Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι θετικές εκτιμήσεις για την οικονομική πορεία της χώρας, ενώ καταγράφεται μία ευρύτερη αλλαγή οικονομικού κλίματος σε διάφορους χρηματοπιστωτικούς και επιχειρηματικούς κύκλους. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση προκειμένου να εκμεταλλευτεί πολιτικά αυτή την αλλαγή, προσπαθεί με κάθε τόνο να δημιουργήσει μία αίσθηση βελτίωσης για ολόκληρο το φάσμα της ελληνικής κοινωνίας. Τα οικονομικά στοιχεία, ειδικά αυτά που διασταυρώνονται εντός και εκτός της χώρας δεν μπορώ να τα αμφισβητήσω. Για το δεύτερο όμως, που αφορά την διάχυση αισιοδοξίας της κυβέρνησης, έχω πολλούς λόγους να διατηρώ τις επιφυλάξεις μου.
Όσοι παρακολουθούν τακτικά το παρόν ιστολόγιο, γνωρίζουν πως η απαισιοδοξία, η μιζέρια και η κακομοιριά είναι κόκκινο πανί για τον γράφοντα, αφού μόνο στοιχεία οπισθοδρόμησης και συντηρητισμού μπορούν να αποτελούν. Το ζητούμενο είναι πάντα ο ρεαλισμός, όμως με μία πινελιά συνεχούς αισιοδοξίας που θα δίνει ώθηση σε ότι δημιουργικό και αναπτυξιακό μπορεί να έχει απομείνει σε αυτή τη χώρα. Και σε ότι αφορά τις προχειροστημένες ιαχές νίκης της κυβέρνησης, ο ρεαλισμός επιτάσσει μία επιφυλακτική αμφισβήτηση.
Διότι, αλλαγή οικονομικού κλίματος που δεν συνοδεύεται από ανάλογη αλλαγή κοινωνικού, θεσμικού, δομικού και πολιτικού περιβάλλοντος, σημαίνει στην ουσία καμία αλλαγή. Πάλι εστιάζουμε στα συμπτώματα και όχι τις αιτίες. Πάλι ανάγουμε τα δομικά και θεσμικά προβλήματα της χώρας σε «φράγκα». Και το χειρότερο είναι πως όσα μαθήματα μπορούσαμε να πάρουμε από την χρεοκοπία του κοινωνικοπολιτικού κατεστημένου της τελευταίας 30ετίας, τα αφήσαμε στην άκρη. Με τα πρώτα θετικά οικονομικά σημάδια, το υπάρχον πολιτικό σύστημα άρχισε ήδη να επιστρέφει στον παλιό καλό γνώριμο πελατειακό, σαθρό και διεφθαρμένο μηχανισμό σπατάλης του δημοσίου πλούτου χωρίς αναπτυξιακές πολιτικές. Βγάζοντας πάλι στην επιφάνεια νοοτροπίες από τις οποίες τρία χρόνια τώρα προσπαθούμε να απαλλαγούμε.
Επιστρέφουν τα stage. Άχρηστοι και άεργοι δημόσιοι οργανισμοί που λειτουργούν ως δεξαμενές κρατικοδίαιτων βυσματούχων και κατάφεραν να «επιβιώσουν στην καταιγίδα», παραμένουν ακέραιοι. Οι μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατακρεουργήθηκαν. Το μεταναστευτικό το ίδιο. Παραμένει ασταθές το επιχειρηματικό κλίμα με συνεχώς μεταβαλλόμενό φορολογικό και γραφειοκρατικό σύστημα. Με έκτακτες φορολογήσεις που εξυπηρετούν πρόχειρα «μπαλώματα» και όχι ρεαλιστικούς οικονομοτεχνικούς σχεδιασμούς που θα διασφάλιζαν τις όποιες κρατικές υποχρεώσεις. Αυτές που θα μπορούσαν σταδιακά να βελτιώσουν τα κοινωνικά αγαθά της παιδείας, της υγείας, της κοινωνικής ασφάλισης και άλλων παροχών. Μεταρρυθμίσεις που θα έσπαγαν εις βάθος τα θεμέλια του σαθρού σπάταλου και άδικου κρατικοδίαιτου κτίσματος και θα δημιουργούσαν βάσεις για κάτι νέο και εκσυγχρονιστικό, έμειναν να αραχνιάζουν σε φάκελους. Από αυτούς που παρουσιάζουμε σε κάθε αξιολόγηση της τρόικας για να δείχνουμε την καλή μας θέληση. Μελέτες για την άμεση και πλήρη μηχανοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, μένουν επίσης κάπου αραχνιασμένες. Ίσως επειδή δεν έχει βρεθεί ο «κατάλληλος» ανάδοχος/ κουμπάρος. Ίσως επειδή μία τέτοια κίνηση θα καθιστούσε άχρηστες τις εκατοντάδες κοστοβόρες, χρονοβόρες και γραφειοκρατικές διαδικασίες που μπορεί να ταλαιπωρούν και να καθυστερούν μία ολόκληρη κοινωνία και οικονομία, αλλά αν μη τι άλλο διασφαλίζουν μερικές εκατοντάδες θέσεις εργασίας στους «πελάτες» του συστήματος. Αυτού που με νύχια και με δόντια προσπαθεί να διατηρήσει το βολικό του status quo. Και βέβαια σε σοβαρά κοινωνικά ζητήματα όπως η έξαρση του φασισμού και του ρατσισμού, βγάζουμε έναν νόμο και θαρρούμε πως ξεμπερδεύουμε με ένα από τα πιο σύνθετα και βαθιά προβλήματα της κοινωνίας μας.
Δεν είναι το πρόβλημα οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά το πλαίσιο μέσα στο οποίο καλούνται να εργαστούν και να παράγουν. Η ευρύτερη Δημόσια Διοίκηση και ο τρόπος που διαχειρίζεται τις υλικοτεχνικές δομές και αξιολογεί το ανθρώπινο δυναμικό. Διεξάγεται η γνωστή αντιπαράθεση γύρω από τους δημόσιους υπάλληλους, ενώ τελικά το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται στις δαιδαλώδεις και αναχρονιστικές δομές ολόκληρης της Δημόσιας Διοίκησης. Αυτές που ευνοούν το πελατειακό κράτος. Αυτές που αποτελούν τροχοπέδη στην αποδοτικότητα, τη διαφάνεια και την εξυπηρέτηση των δημοσίων υπηρεσιών, δηλαδή τα στοιχεία που θα αποτελούσαν αναπτυξιακούς παράγοντες όχι μόνο για την οικονομία αλλά και για την εύρυθμη λειτουργία ολόκληρης της κοινωνίας.
Η κοινωνία, και κατ’ επέκταση οι πολιτικοί και κυβερνητικοί κύκλοι ή δεν έχουν καταλάβει τίποτα, ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν. Με το ίδιο πάθος που είχε εκφραστεί η οργή και η αγανάκτηση πριν τρία χρόνια από την κοινωνία, σήμερα η κυβέρνηση προσπαθεί να στήσει αποχαιρετιστήριο πάρτι για την κρίση. Όπως πριν τρία χρόνια, έτσι και τώρα μου είναι ξεκάθαρη η υποκρισία. Η αμοιβαία. Αυτή που οδηγεί μία ολόκληρη χώρα να χορεύει ή να πλακώνεται γύρω από το πρόβλημα και όχι συλλογικά αντιμέτωπη με αυτό.