Από μικρός ο Ελληναράς μαθαίνει πώς ό,τι πρόβλημα και να του προκύψει όλο και κάποιος θα σκιστεί να βρει λύση γι’ αυτόν. Πες το οικογένεια, βύσμα, ή όπως θες. Όταν όμως αυτοί δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι, και είναι περιτριγυρισμένος από αγνώστους, ο όχλος γίνεται πραγματικά ο καλύτερος σύντροφος.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό του Ελληναρά που δεν έχει (και ούτε πρόκειται να) ξεπεράσει την πνευματική ηλικία των 10 ετών είναι η ιδιαίτερη συμπεριφορά του όταν περιβάλλεται από τον όχλο. Εκεί τα πράγματα είναι ασφαλή τόσο για την υπόληψή του όσο και για τον υπόλοιπο όχλο μιας και η γκρίνια και η έλλειψη προσωπικής ευθύνης συνεχίζουν να υφίστανται ακόμα και μακριά από την οικογένεια.
Η χαρακτηριστική σκηνή είναι η εξής: Ο όχλος στέκεται μπροστά σε κάτι ακατανόητο ή δυσάρεστο ή εχθρικό ή κάτι τέλος πάντων που τον φέρνει σε αμηχανία. Ο όχλος αποτελείται από Ελληναράδες, οπότε είναι φύσει αδύνατο κάποια ανεξάρτητη μονάδα να αναλάβει την ευθύνη και να βγει μπροστά να το αντιμετωπίσει. Ο όχλος σαστίζει. Όμως σιγά σιγά, κάποιες φατσούλες ξεπετάγονται πίσω από τον μπροστινό τους, κάνουν ένα σύντομο «μπου» και ξανακρύβονται, κοιτάζοντας ταυτόχρονα δεξιά-αριστερά (συνήθως μέσα από τα Dolce Gabbana γυαλιά τους), για να δουν εάν ο υπόλοιπος όχλος εγκρίνει τη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Κατά την εκτέλεση του συγκεκριμένου ελιγμού, κάνουν και ένα τεχνητό μειδίαμα ώστε να δείξουν εμφανώς στους υπόλοιπους ότι αν η συγκεκριμένη συμπεριφορά ήταν απρεπής, ντρέπονται και λιγάκι. Οι τριγύρω όμως εγκρίνουν αφού τελικά σε χρόνο dt ολόκληρος ο όχλος γιουχάρει ή σφυρίζει ή φωνάζει συνθήματα ανάλογα την περίπτωση.
Η συγκεκριμένη συμπεριφορά υπήρχε ανέκαθεν στο ανθρώπινο είδος, αν και στα πολιτισμένα κράτη άρχισε σταδιακά να σπανίζει τον τελευταίο αιώνα. Ειδικά οι ρίψεις λαχανικών, αυγών, οι χλεμπόνες και τα γιουχαΐσματα έχουν εκλείψει πλέον από γεγονότα όπως η προσαγωγή εγκληματιών στην κρεμάλα, οι θεατρικές παραστάσεις και οι τελικοί στίβου των 200m στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στις 15 & 16 Αυγούστου, ανέβηκε στην Επίδαυρο η Μήδεια του Ευριπίδη από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε σκηνοθεσία του Ανατόλι Βασίλιεφ. Προσωπικά δεν ήμουν παρών στη συγκεκριμένη παράσταση. Αργότερα όμως, έμαθα για τα καμώματα της κουλτουριάρικης και κοσμικής μπουρζουαζίας πάσης Ελλάδος. Ήδη κάποιοι από το τζετ σετ και τους πρωτεργάτες του γιουχαΐσματος μετά την παράσταση έκαναν δηλώσεις περί αίσχους, αποβρασμάτων, προχειρότητας, ασέβειας της ιερότητας του χώρου και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Εγώ ακόμα απορώ πώς αυτές τις δηλώσεις τις έκανε το κοινό για την παράσταση και όχι οι συντελεστές της παράστασης για το κοινό. Διαβάζοντας όμως την περιγραφή μίας τύπισσας που «έζησε τον εφιάλτη», κατάλαβα πως τελικά το πρόβλημα (τουλάχιστον για την ίδια) ήταν ότι δεν καταλάβαινε. Δεν καταλάβαινε τα σκηνικά, δεν καταλάβαινε γιατί ο Κρέοντας φορούσε φουστανέλα ή γιατί ο Θεός Ήλιος ήταν ένα φουσκωμένο μπαλόνι. Γενικά και αόριστα απλά δεν καταλάβαινε. Έτσι θεώρησε πολιτισμένο, πρέπον και τιμητικό για τον Ιερό χώρο της Επιδαύρου και το Αρχαίο Δράμα να γιουχάρει... επειδή δεν κατάλαβε!
Η σχέση μου με το κουκουρούκου θέατρο δεν είναι από τις καλύτερες αλλά σε κάθε περίπτωση έχω βρεθεί σε παραστάσεις που νόμιζα ότι ζούσα σε εφιάλτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις εκτελώ τον περίτεχνο ελιγμό της «κεφαλοστάκας»: χαμηλώνω το κεφάλι μου ελαφρώς, αλλά σα να φαίνεται ότι είναι όρθιο και... κοιμάμαι. Στο τέλος θα χειροκροτήσω καθαρά από σεβασμό στο χρόνο και την ενέργεια που επένδυσαν οι συντελεστές του έργου και θα γυρίσω σπίτι μου να κλάψω τα 20 ευρώπουλα. Άντε να κάνω και καμιά προσωπική αρνητική κριτική σε όποιον με ρωτήσει.
Φαίνεται όμως ότι αυτή δεν είναι σωστή συμπεριφορά για έναν Ελληναρά που ξέρει από τέχνη. Ενδεχομένως να τηρούν ακόμα τις συνήθειες από τα Παριζιάνικα θέατρα του 18ου αιώνα, πράγμα που, φαντάζομαι, τους κάνει ακόμα πιο κουλτουριάρηδες. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί ο συγκεκριμένος όχλος να μην έκλαψε τα 30-40 ευρώ που έδωσε για την παράσταση αφού τα φορέματα και τα κουστούμια των 1000 ευρώ, ειδικά σχεδιασμένα για τον Ιερό χώρο της Επιδαύρου και τη θέαση Αρχαίου Δράματος, έπιασαν τόπο.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό του Ελληναρά που δεν έχει (και ούτε πρόκειται να) ξεπεράσει την πνευματική ηλικία των 10 ετών είναι η ιδιαίτερη συμπεριφορά του όταν περιβάλλεται από τον όχλο. Εκεί τα πράγματα είναι ασφαλή τόσο για την υπόληψή του όσο και για τον υπόλοιπο όχλο μιας και η γκρίνια και η έλλειψη προσωπικής ευθύνης συνεχίζουν να υφίστανται ακόμα και μακριά από την οικογένεια.
Η χαρακτηριστική σκηνή είναι η εξής: Ο όχλος στέκεται μπροστά σε κάτι ακατανόητο ή δυσάρεστο ή εχθρικό ή κάτι τέλος πάντων που τον φέρνει σε αμηχανία. Ο όχλος αποτελείται από Ελληναράδες, οπότε είναι φύσει αδύνατο κάποια ανεξάρτητη μονάδα να αναλάβει την ευθύνη και να βγει μπροστά να το αντιμετωπίσει. Ο όχλος σαστίζει. Όμως σιγά σιγά, κάποιες φατσούλες ξεπετάγονται πίσω από τον μπροστινό τους, κάνουν ένα σύντομο «μπου» και ξανακρύβονται, κοιτάζοντας ταυτόχρονα δεξιά-αριστερά (συνήθως μέσα από τα Dolce Gabbana γυαλιά τους), για να δουν εάν ο υπόλοιπος όχλος εγκρίνει τη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Κατά την εκτέλεση του συγκεκριμένου ελιγμού, κάνουν και ένα τεχνητό μειδίαμα ώστε να δείξουν εμφανώς στους υπόλοιπους ότι αν η συγκεκριμένη συμπεριφορά ήταν απρεπής, ντρέπονται και λιγάκι. Οι τριγύρω όμως εγκρίνουν αφού τελικά σε χρόνο dt ολόκληρος ο όχλος γιουχάρει ή σφυρίζει ή φωνάζει συνθήματα ανάλογα την περίπτωση.
Η συγκεκριμένη συμπεριφορά υπήρχε ανέκαθεν στο ανθρώπινο είδος, αν και στα πολιτισμένα κράτη άρχισε σταδιακά να σπανίζει τον τελευταίο αιώνα. Ειδικά οι ρίψεις λαχανικών, αυγών, οι χλεμπόνες και τα γιουχαΐσματα έχουν εκλείψει πλέον από γεγονότα όπως η προσαγωγή εγκληματιών στην κρεμάλα, οι θεατρικές παραστάσεις και οι τελικοί στίβου των 200m στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στις 15 & 16 Αυγούστου, ανέβηκε στην Επίδαυρο η Μήδεια του Ευριπίδη από το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας σε σκηνοθεσία του Ανατόλι Βασίλιεφ. Προσωπικά δεν ήμουν παρών στη συγκεκριμένη παράσταση. Αργότερα όμως, έμαθα για τα καμώματα της κουλτουριάρικης και κοσμικής μπουρζουαζίας πάσης Ελλάδος. Ήδη κάποιοι από το τζετ σετ και τους πρωτεργάτες του γιουχαΐσματος μετά την παράσταση έκαναν δηλώσεις περί αίσχους, αποβρασμάτων, προχειρότητας, ασέβειας της ιερότητας του χώρου και του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού.
Εγώ ακόμα απορώ πώς αυτές τις δηλώσεις τις έκανε το κοινό για την παράσταση και όχι οι συντελεστές της παράστασης για το κοινό. Διαβάζοντας όμως την περιγραφή μίας τύπισσας που «έζησε τον εφιάλτη», κατάλαβα πως τελικά το πρόβλημα (τουλάχιστον για την ίδια) ήταν ότι δεν καταλάβαινε. Δεν καταλάβαινε τα σκηνικά, δεν καταλάβαινε γιατί ο Κρέοντας φορούσε φουστανέλα ή γιατί ο Θεός Ήλιος ήταν ένα φουσκωμένο μπαλόνι. Γενικά και αόριστα απλά δεν καταλάβαινε. Έτσι θεώρησε πολιτισμένο, πρέπον και τιμητικό για τον Ιερό χώρο της Επιδαύρου και το Αρχαίο Δράμα να γιουχάρει... επειδή δεν κατάλαβε!
Η σχέση μου με το κουκουρούκου θέατρο δεν είναι από τις καλύτερες αλλά σε κάθε περίπτωση έχω βρεθεί σε παραστάσεις που νόμιζα ότι ζούσα σε εφιάλτη. Σε αυτές τις περιπτώσεις εκτελώ τον περίτεχνο ελιγμό της «κεφαλοστάκας»: χαμηλώνω το κεφάλι μου ελαφρώς, αλλά σα να φαίνεται ότι είναι όρθιο και... κοιμάμαι. Στο τέλος θα χειροκροτήσω καθαρά από σεβασμό στο χρόνο και την ενέργεια που επένδυσαν οι συντελεστές του έργου και θα γυρίσω σπίτι μου να κλάψω τα 20 ευρώπουλα. Άντε να κάνω και καμιά προσωπική αρνητική κριτική σε όποιον με ρωτήσει.
Φαίνεται όμως ότι αυτή δεν είναι σωστή συμπεριφορά για έναν Ελληναρά που ξέρει από τέχνη. Ενδεχομένως να τηρούν ακόμα τις συνήθειες από τα Παριζιάνικα θέατρα του 18ου αιώνα, πράγμα που, φαντάζομαι, τους κάνει ακόμα πιο κουλτουριάρηδες. Σε κάθε περίπτωση, μπορεί ο συγκεκριμένος όχλος να μην έκλαψε τα 30-40 ευρώ που έδωσε για την παράσταση αφού τα φορέματα και τα κουστούμια των 1000 ευρώ, ειδικά σχεδιασμένα για τον Ιερό χώρο της Επιδαύρου και τη θέαση Αρχαίου Δράματος, έπιασαν τόπο.