Βρίσκομαι σε μία χώρα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σταυροδρόμι πολιτισμών. Ιστορικά σε αυτή τη χώρα έχουν αναμειχθεί Ευρωπαίοι, Άραβες και Αφρικανοί, καθένας από τους οποίους έχει αφήσει το στίγμα του στην αρχιτεκτονική, τη γλώσσα και τα γονίδια των κατοίκων. Από το μπαλκόνι χαζεύω μία ήσυχη, κατά τ’ άλλα, κοινωνία που απολαμβάνει μία ήρεμη καθημερινότητα με μεσογειακό ταπεραμέντο και χαλαρωτικούς περιπάτους στη θάλασσα. Άνθρωποι διαφόρων χρωμάτων και χαρακτηριστικών συνυπάρχουν, και η διαφορετικότητά τους είναι τόσο ενσωματωμένη στην τοπική κοινωνία που περνάει τελείως απαρατήρητη.
Φυσικά δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα. Η επαφή μου με την Ελλάδα αυτές τις μέρες γίνεται μέσω διαδικτύου, και πρόσφατα εστιάζει στην ξενοφοβική έπαρση που εκφράζεται στην ανοιχτή διαβούλευση για τα δικαιώματα των νόμιμων μεταναστών.
Ανέκαθεν, η ένταση της φωνής των ξενοφοβικών Ελληναράδων ήταν ενοχλητική και άνευ ουσίας για να μου προκαλέσει κάποια ανησυχία. Περισσότερο στεναχωριόμουν για τα μυαλά που κουβαλούσαν οι ίδιοι, παρά για το περιεχόμενο των ανούσιων γαυγισμάτων τους (εκ του «σκύλος που γαυγίζει, δεν δαγκώνει»). Επίσης, ανέκαθεν γνώριζα ότι ο ελληνικός λαός είναι από τους πιο ρατσιστικούς αν όχι ο πιο ρατσιστικός της Ευρώπης.
Η συγκεκριμένη έπαρση όμως, καθώς και αυτά που εξελίσσονται στο βήμα ανοιχτής διαβούλευσης αρχίζουν και γίνονται εξοργιστικά. Διότι, ρατσισμός, ξενοφοβία, υποκρισία, ανοησία και λαϊκισμός, ενσωματώνονται όλα μαζί σε μία σαλάτα ψευδο-υπερήφανης εθνικιστικής αναγούλας, που αποκτά σοβαρότερες διαστάσεις για την ευρύτερη κοινωνική νοημοσύνη μας.
Ο φασισμός, και κατ’ ακολουθία ο ρατσισμός, έχουν ωριμάσει πολύ περισσότερο από όσο νομίζουμε τον τελευταίο αιώνα. Παλιότερα, το εθνοσοσιαλιστικό κόμμα του Χίτλερ, μιλούσε για ανωτερότητα της φυλής. Σήμερα, οι ακροδεξιοί προσέχουν τα λόγια τους, και προσπαθούν να ελίσσονται μέσα σε δημοκρατικά πλαίσια. Μπορεί ανεπίσημα όλοι τους να μιλάνε για την ανωτερότητα του ελληνικού φύλου, αλλά επισήμως οι δηλώσεις είναι μετριασμένες. Ο σύγχρονος ρατσισμός διακηρύττει ότι «δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τους μετανάστες, αρκεί οι μετανάστες να κάθονται στη χώρα τους». Ότι «εμείς δεν πήγαμε να μείνουμε στη χώρα τους, άρα αυτοί γιατί να έρθουν εδώ;». Δηλαδή, στην τελική ότι «εμείς σεβόμαστε τη ζωή, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των μεταναστών, αρκεί αυτοί να κάθονται στη χώρα τους».
Ο σύγχρονος φασισμός και κατ’ επέκταση ρατσισμός, μπορούν να αποκτήσουν περισσότερους οπαδούς όταν χρησιμοποιούν μετριοπαθή ρητορική, πίσω από την οποία κρύβονται ακραίες πρακτικές. Πίσω από αυτή την ιδέα κρύβεται και το «αθώο» αίτημα όλων αυτών των ακροδεξιών στοιχείων που ζητάνε δημοψήφισμα για το σχετικό μεταναστευτικό νόμο.
Το συγκεκριμένο αίτημα υστερεί σε τρία βασικά στοιχεία:
Α) Η χάρτα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οποία έχει υπογράψει και η χώρα μας, δεν είναι διαπραγματεύσιμος θεσμός και αυτή ακριβώς είναι η αξία του και ο λόγος ύπαρξής του. Να προστατεύει, δηλαδή, τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως των πολιτευμάτων και των κυβερνήσεων που επηρεάζουν της ζωές τους. Να προστατεύει μειονότητες από φυλετικές, θρησκευτικές και πολιτικές διακρίσεις, καθώς και να διασφαλίζει το δικαίωμά τους στην αξιοπρέπεια, την εργασία και τη ζωή, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε επιθυμίες της εκάστοτε πλειοψηφικής τάξης. Ο θεσμός αυτός είναι μία πανανθρώπινη κατάκτηση και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο είναι αδιαπραγμάτευτος.
Β) Το αίτημα δημοψηφίσματος, δηλαδή της άμεσης δημοκρατίας, τίθεται από τους ίδιους ανθρώπους που εκφράζουν ακροδεξιές, αντι-δημοκρατικές πεποιθήσεις. Η γνωστή υποκριτική στάση της ακροδεξιάς σε όλο της το μεγαλείο.
Γ) Το αίτημα δημοψηφίσματος, δεν αποτελεί ουσιαστική συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση για τα δικαιώματα των μεταναστών. Δεν εκφράζει κάποια συγκεκριμένη άποψη και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί επιχείρημα εναντίον του σχεδίου νόμου. Είναι μία απλή, επιφανειακή, επικοινωνιακή και λαϊκίστικη στάση ελλείψει πραγματικών διαφωνιών και επιχειρημάτων.
Όπως η χάρτα ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι αδιαπραγμάτευτη, το ίδιο ισχύει για την ελευθερία του λόγου, καθώς και την προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση για ανοιχτή διαβούλευση των αποφάσεών της. Όταν όμως γίνεται κατάχρηση της δημόσιας διαβούλευσης και της ελευθερίας το λόγου από τους ίδιους τους αντίπαλούς της, θα πρέπει ως κοινωνία να είμαστε πιο επιφυλακτικοί απέναντι σε τέτοια στοιχεία.
Για άλλη μία φορά φαίνεται η υποκρισία όλων αυτών των δήθεν «πατριωτών» που κόπτονται τόσο πολύ για την εθνική μας ανωτερότητα και σημαντικότητα, ενώ στην πραγματικότητα δεν συμβάλλουν στο παραμικρό για την ανάπτυξη της χώρας μας. Διότι, αν όλοι αυτοί που έχουν αφήσει τα εκατοντάδες σχόλια στη συγκεκριμένη ανοιχτή διαβούλευση, ενδιαφέρονταν πραγματικά για το καλό της πατρίδας τους, θα συμμετείχαν εξίσου ενεργά και σε άλλα θέματα, εκφράζοντας πραγματικές απόψεις και ιδέες, χωρίς να αναμασούν τα βαρετά συντηρητικά κλισέ τους. Φαίνεται όμως ότι το πραγματικό ενδιαφέρον για τη χώρα τους, εστιάζεται σε 2-3 ξεπερασμένες ιδέες μίσους, ρατσισμού και τίποτα παραπάνω.
Κάπως έτσι φεύγει και το 2009 για την Ελλάδα. Με μία συγχυσμένη κοινωνία που ξεκατινιάζεται για τα αυτονόητα, με αναζωπυρωμένες εστίες εθνικισμού, αρνούμενη ακόμα να μεταλλαχθεί σε κράτος δικαίου, και αγνοώντας τις πραγματικές προκλήσεις της εποχής μας που απαιτούν πιο συλλογικές, ανθρώπινες και δημιουργικές προσεγγίσεις.
Καλή χρονιά!
Φυσικά δεν αναφέρομαι στην Ελλάδα. Η επαφή μου με την Ελλάδα αυτές τις μέρες γίνεται μέσω διαδικτύου, και πρόσφατα εστιάζει στην ξενοφοβική έπαρση που εκφράζεται στην ανοιχτή διαβούλευση για τα δικαιώματα των νόμιμων μεταναστών.
Ανέκαθεν, η ένταση της φωνής των ξενοφοβικών Ελληναράδων ήταν ενοχλητική και άνευ ουσίας για να μου προκαλέσει κάποια ανησυχία. Περισσότερο στεναχωριόμουν για τα μυαλά που κουβαλούσαν οι ίδιοι, παρά για το περιεχόμενο των ανούσιων γαυγισμάτων τους (εκ του «σκύλος που γαυγίζει, δεν δαγκώνει»). Επίσης, ανέκαθεν γνώριζα ότι ο ελληνικός λαός είναι από τους πιο ρατσιστικούς αν όχι ο πιο ρατσιστικός της Ευρώπης.
Η συγκεκριμένη έπαρση όμως, καθώς και αυτά που εξελίσσονται στο βήμα ανοιχτής διαβούλευσης αρχίζουν και γίνονται εξοργιστικά. Διότι, ρατσισμός, ξενοφοβία, υποκρισία, ανοησία και λαϊκισμός, ενσωματώνονται όλα μαζί σε μία σαλάτα ψευδο-υπερήφανης εθνικιστικής αναγούλας, που αποκτά σοβαρότερες διαστάσεις για την ευρύτερη κοινωνική νοημοσύνη μας.
Ο φασισμός, και κατ’ ακολουθία ο ρατσισμός, έχουν ωριμάσει πολύ περισσότερο από όσο νομίζουμε τον τελευταίο αιώνα. Παλιότερα, το εθνοσοσιαλιστικό κόμμα του Χίτλερ, μιλούσε για ανωτερότητα της φυλής. Σήμερα, οι ακροδεξιοί προσέχουν τα λόγια τους, και προσπαθούν να ελίσσονται μέσα σε δημοκρατικά πλαίσια. Μπορεί ανεπίσημα όλοι τους να μιλάνε για την ανωτερότητα του ελληνικού φύλου, αλλά επισήμως οι δηλώσεις είναι μετριασμένες. Ο σύγχρονος ρατσισμός διακηρύττει ότι «δεν έχουμε κανένα πρόβλημα με τους μετανάστες, αρκεί οι μετανάστες να κάθονται στη χώρα τους». Ότι «εμείς δεν πήγαμε να μείνουμε στη χώρα τους, άρα αυτοί γιατί να έρθουν εδώ;». Δηλαδή, στην τελική ότι «εμείς σεβόμαστε τη ζωή, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα των μεταναστών, αρκεί αυτοί να κάθονται στη χώρα τους».
Ο σύγχρονος φασισμός και κατ’ επέκταση ρατσισμός, μπορούν να αποκτήσουν περισσότερους οπαδούς όταν χρησιμοποιούν μετριοπαθή ρητορική, πίσω από την οποία κρύβονται ακραίες πρακτικές. Πίσω από αυτή την ιδέα κρύβεται και το «αθώο» αίτημα όλων αυτών των ακροδεξιών στοιχείων που ζητάνε δημοψήφισμα για το σχετικό μεταναστευτικό νόμο.
Το συγκεκριμένο αίτημα υστερεί σε τρία βασικά στοιχεία:
Α) Η χάρτα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την οποία έχει υπογράψει και η χώρα μας, δεν είναι διαπραγματεύσιμος θεσμός και αυτή ακριβώς είναι η αξία του και ο λόγος ύπαρξής του. Να προστατεύει, δηλαδή, τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως των πολιτευμάτων και των κυβερνήσεων που επηρεάζουν της ζωές τους. Να προστατεύει μειονότητες από φυλετικές, θρησκευτικές και πολιτικές διακρίσεις, καθώς και να διασφαλίζει το δικαίωμά τους στην αξιοπρέπεια, την εργασία και τη ζωή, ανεξάρτητα από τις οποιεσδήποτε επιθυμίες της εκάστοτε πλειοψηφικής τάξης. Ο θεσμός αυτός είναι μία πανανθρώπινη κατάκτηση και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο είναι αδιαπραγμάτευτος.
Β) Το αίτημα δημοψηφίσματος, δηλαδή της άμεσης δημοκρατίας, τίθεται από τους ίδιους ανθρώπους που εκφράζουν ακροδεξιές, αντι-δημοκρατικές πεποιθήσεις. Η γνωστή υποκριτική στάση της ακροδεξιάς σε όλο της το μεγαλείο.
Γ) Το αίτημα δημοψηφίσματος, δεν αποτελεί ουσιαστική συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση για τα δικαιώματα των μεταναστών. Δεν εκφράζει κάποια συγκεκριμένη άποψη και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί επιχείρημα εναντίον του σχεδίου νόμου. Είναι μία απλή, επιφανειακή, επικοινωνιακή και λαϊκίστικη στάση ελλείψει πραγματικών διαφωνιών και επιχειρημάτων.
Όπως η χάρτα ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι αδιαπραγμάτευτη, το ίδιο ισχύει για την ελευθερία του λόγου, καθώς και την προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση για ανοιχτή διαβούλευση των αποφάσεών της. Όταν όμως γίνεται κατάχρηση της δημόσιας διαβούλευσης και της ελευθερίας το λόγου από τους ίδιους τους αντίπαλούς της, θα πρέπει ως κοινωνία να είμαστε πιο επιφυλακτικοί απέναντι σε τέτοια στοιχεία.
Για άλλη μία φορά φαίνεται η υποκρισία όλων αυτών των δήθεν «πατριωτών» που κόπτονται τόσο πολύ για την εθνική μας ανωτερότητα και σημαντικότητα, ενώ στην πραγματικότητα δεν συμβάλλουν στο παραμικρό για την ανάπτυξη της χώρας μας. Διότι, αν όλοι αυτοί που έχουν αφήσει τα εκατοντάδες σχόλια στη συγκεκριμένη ανοιχτή διαβούλευση, ενδιαφέρονταν πραγματικά για το καλό της πατρίδας τους, θα συμμετείχαν εξίσου ενεργά και σε άλλα θέματα, εκφράζοντας πραγματικές απόψεις και ιδέες, χωρίς να αναμασούν τα βαρετά συντηρητικά κλισέ τους. Φαίνεται όμως ότι το πραγματικό ενδιαφέρον για τη χώρα τους, εστιάζεται σε 2-3 ξεπερασμένες ιδέες μίσους, ρατσισμού και τίποτα παραπάνω.
Κάπως έτσι φεύγει και το 2009 για την Ελλάδα. Με μία συγχυσμένη κοινωνία που ξεκατινιάζεται για τα αυτονόητα, με αναζωπυρωμένες εστίες εθνικισμού, αρνούμενη ακόμα να μεταλλαχθεί σε κράτος δικαίου, και αγνοώντας τις πραγματικές προκλήσεις της εποχής μας που απαιτούν πιο συλλογικές, ανθρώπινες και δημιουργικές προσεγγίσεις.
Καλή χρονιά!