Στην επικείμενη εκλογολογία, υπάρχουν δύο πράγματα που με ανησυχούν όσον αφορά την ποιότητα των τοπικών εκλογών. Το πρώτο είναι ότι το βασικότερο επικοινωνιακό τέχνασμα των κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι που προσπαθούν να μετατρέψουν τις τοπικές εκλογές σε δημοψήφισμα για το μνημόνιο. Το δεύτερο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ τσίμπησε.
Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι πιο πολιτικά άτοπο από το να μετατρέπεται μία κυβερνητική δυναμική σε έρμαιο του λαϊκισμού που προσπαθεί να επιβάλλει η αντιπολίτευση, όχι για το καλό του τόπου, αλλά για τα δικά της ψηφοθηρικά συμφέροντα. Έτσι, τις τελευταίες εβδομάδες μαρτυρούμε υποψήφιους της μείζονος και ελάσσονος αντιπολίτευσης, αντί να μιλάνε με σαφείς τοποθετήσεις επί των προβλημάτων του τόπου τους που καλούνται να λύσουν, να επενδύουν στη λαϊκή δυσαρέσκεια για το μνημόνιο. Ταυτόχρονα, βλέπουμε το όραμα της κυβέρνησης για ισχυρή τοπική αυτοδιοίκηση να μετατρέπεται σε μία νευρική αρένα εντυπώσεων. Να ζητούνται από «δημοφιλή» κυβερνητικά στελέχη να μπουν στο χορό των τοπικών εκλογών, σε σημείο που να γίνεται πρόταση στην πρόσφατα απομακρυσμένη κα Γκερέκου να αναλάβει την Περιφέρεια Ιόνιων νήσων λόγω της δημοτικότητάς της. Ταυτόχρονα μαρτυρούμε τελευταίας στιγμής αποφάσεις για τη χρήση δημοφιλέστερων έναντι ικανότερων (με λαμπρές υπερκομματικές εξαιρέσεις αυτές του κ. Καμίνη και του κ. Μπουτάρη μεταξύ άλλων), αλλά και παθιασμένους πασόκους να μιλάνε με όρους κομματικού συναισθηματισμού που θυμίζουν εποχές περασμένες, όπως για παράδειγμα το πρόσφατο άρθρο του κ. Δαβαράκη όπου εμμέσως πλην σαφώς προτείνει την παλιά, καλή φίλη και γουρλού Άννα Νταλάρα, αντί του κ. Καμίνη που δεν έχει επιδείξει κάποιο έργο (!)
Αν είναι να αντιμετωπίσεις τον Ζορό με τους τρείς Αμίγκος, και τον Ομέρ Πριόνη, με τον Αλί Μπαμπά και τους σαράντα κλέφτες, τότε όχι μόνο δεν κάνεις καμία διαφορά, αλλά διαβάλεις και την οποιαδήποτε θετική προσπάθεια έχει καταβληθεί προς μία ποιοτικότερη τοπική κοινωνία, μέσω αντικειμενικά ικανών υποψηφίων.
Αυτά και πολλά άλλα τραγελαφικά, βάζουν τελικά ένα απότομο φρένο σε οποιαδήποτε θετική δυναμική είχε ενδεχομένως αναπτυχθεί για την απόδραση από προεκλογικά σκεπτικά παλαιοκομματικού τύπου. Φυσικά, οι νοοτροπίες κατά την προσφυγή στην κάλπη δεν αλλάζουν ούτε σε ένα, ούτε σε πέντε χρόνια. Μπορούν όμως σταδιακά να αρχίσουν να αποτυπώνονται στη συνείδηση του μέσου ψηφοφόρου.
Εάν υπάρχει κάτι θετικό στη νέα διοικητική δομή της χώρας, δηλαδή στον Καλλικράτη, αυτό θα πρέπει να φανεί από την αρχή του, τα θεμέλιά του. Εάν και ο Καλλικράτης αντιμετωπίζεται με όρους ποδοσφαιροποίησης του πολιτικού λόγου, τότε δεν θα διαφέρει σε κάτι από το υφιστάμενο κατεστημένο. Ας χωρίσουμε τη χώρα σε τσιφλίκια αντί για Περιφέρειες και σε επιφανείς κουμπάρους αντί για Δήμους, για να μην κοροϊδευόμαστε.
Θα πρέπει βέβαια να αναγνωρίσουμε ορισμένα υπερκομματικά θετικά βήματα που γίνονται σε αρκετές τοπικές κοινωνίες, αλλά σε επίπεδο κεντρικών αποφάσεων δεν περνά απαρατήρητη η κλασσική οπτική γωνία των κομμάτων που βλέπουν τις τοπικές εκλογές ως δημοψήφισμα, ή ως ευκαιρία για ψήφο δυσαρέσκειας ή γενικώς μέτρηση των δυνάμεών τους, άσχετα από τα τοπικά προβλήματα που καλούνται να επιλύσουν οι διαφόρων «αποχρώσεων» υποψήφιοι δήμαρχοι και περιφερειάρχες.
Στην τελική, αν το μέλημα των πολιτικών είναι όντως ο λαός να επιστρέψει στην εμπιστοσύνη της πολιτικής και την ενασχόληση με τα κοινά, τότε θα πρέπει να δώσουν το σωστό παράδειγμα πολιτικής ακεραιότητας και ποιοτικού χαρακτήρα ασχέτως λαϊκισμού, «πολιτικού» κόστους, και λασπολογίας που ενδεχομένως να χρησιμοποιούν οι… της παλιάς σχολής.