Στον αιώνα που μας πέρασε, τα κομμουνιστικά καθεστώτα ανά την υφήλιο, άφησαν πίσω τους περί τα 90 εκατομμύρια νεκρούς. Τα φασιστικά, περί τα 10 εκατομμύρια (60, αν συνυπολογίσουμε τις εμπόλεμες συνθήκες). Για τον φανατισμένο άνθρωπο, αυτά τα νούμερα, είτε δεν υπάρχουν, είτε διαφοροποιούν τον κομμουνισμό από τον φασισμό. Για τον λογικό άνθρωπο, αυτά τα νούμερα αρκούν για να καταδικαστούν και τα δύο ρεύματα, ως μία πληγή για την ιστορία της ανθρωπότητας που δεν πρέπει να επαναληφθεί.
Στην Ελλάδα της κοινωνικής σύγχυσης, που προήλθε από τον «τσαπατσούλικο» τρόπο σύστασης του ελληνικού Κράτους, τις αντιστάσεις στις αρχές του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, το εμπόλεμο τοπίο, την πολιτική αστάθεια και έναν εμφύλιο που αντί να ξεκαθαρίσει, μάλλον περιέπλεξε περισσότερο τα πράγματα, τέτοιες πληγές δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμες και ανιχνεύσιμες. Βάλε μέσα σε αυτό τον αχταρμά και την αδυναμία να συσταθεί μία ισχυρή αστική τάξη, το κόμπλεξ κατωτερότητας, και την οικογενειοκρατική ψυχοσύνθεση και έχεις έτοιμη μία σαλάτα από ανθρώπους που ψάχνουν μονοδιάστατα ουτοπικά μοντέλα του 19ου αιώνα για να εξηγήσουν την πολυδιάστατη πραγματικότητα του 21ου.
Όσα βιβλία και να μελετήσεις, δεν μπορείς να γνωρίζεις για τον Κομμουνιστικό Μαοϊσμό αν δεν πας ένα ταξίδι στην Καμπότζη. Ούτε μπορείς να αερολογείς για το προλεταριάτο αν δεν έχεις πάει σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Με τον ίδιο τρόπο, όσο και αν σε τρομάζουν οι εικόνες και τα βίντεο που έχεις δει από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, δεν συγκρίνεται με τις συνειδητοποιήσεις που «τρως», επισκεπτόμενος το Νταχάου. Παρομοίως, δεν ξέρεις τι είναι φτώχεια αν δεν έχεις πάει σε τριτοκοσμική χώρα, δεν ξέρεις τι είναι εγκληματικότητα αν δεν έχεις πάει στο Mexico City, δεν ξέρεις τι είναι καπιταλισμός αν δεν έχεις πάει στις ΗΠΑ, κ.ο.κ.
Όχι ως τουρίστας, αλλά ως ταξιδιώτης. Να δεις μέρη, μουσεία, να κάτσεις να παρατηρήσεις μέρη που είναι μακριά από αυτά που επισκέπτονται τουρίστες, ίσως να ζήσεις και για λίγο εκεί. Να μιλήσεις με ανθρώπους, να ακούσεις αληθινές ιστορίες και να δεις τις εκφράσεις στα πρόσωπά τους καθώς σου περιγράφουν αυτές τις ιστορίες. Κάθε τέτοια έκφραση, μπορεί να αντικαταστήσει εκατοντάδες τόμους στοχαστών και διανοουμένων που ενδεχομένως να υπερασπίζεσαι με πάθος.
Ο πραγματικός κόσμος είναι πολύ μεγαλύτερος από το τρίγωνο Εξάρχεια – Σύνταγμα – Ομόνοια ή από το ελληνικό timeline του twitter. Τα πολιτισμικά στοιχεία, η ιστορία, οι εμπειρίες και οι ανθρώπινες πράξεις και σκέψεις, είναι χιλιάδες φορές περισσότερες από αυτές με τις οποίες «πνιγόμαστε» καθημερινά. Κάπως έτσι απαξίωσα και τις ταμπέλες, με τις οποίες σε πρήζω κάθε λίγο και λιγάκι. Πνιγόμαστε σε μία κουταλιά μπαγιάτικη σούπα και κάθε φορά που το πολιτικό θερμόμετρο παίρνει φωτιά (sic), μαρτυρούμε τις ίδιες κλειστόμυαλες, ανιστόρητες και εγωκεντρικές απόψεις, η ζύμωση των οποίων μας έχει φέρει ως εδώ. Από πολιτικούς, «ειδήμονες», «τήλε-ευαγγελιστές», και υπερήφανους Ελληναράδες, μέχρι κάτι ένθερμους πιτσιρικάδες που ανακαλύπτουν τον τροχό και θεωρούν υποχρέωσή τους να το φωνάζουν μέσα στα αφτιά μας για χιλιοστή φορά.
Όσο μικρή ή μεγάλη είναι η κουταλιά, είτε το κουτάλι είναι κόκκινο, είτε πράσινο, είτε μπλε, όσο η σούπα είναι μπαγιάτικη, τα στομάχια μας θα συνεχίσουν να δηλητηριάζονται. Και εφόσον το ξενοφοβικό μας σύνδρομο, απαγορεύει να δούμε λίγο παραπέρα, να παραδειγματιστούμε από άλλες κοινωνίες, πιο πετυχημένες ή πιο αποτυχημένες, και να κάτσουμε να προβληματιστούμε επί του πρακτέου, θα μπορούσαμε για αρχή να κοιτάξουμε τους εαυτούς μας. Ως κοινωνία πάντα. Ενδεχομένως, κάποια στιγμή που θα πέσουν οι τόνοι, να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε και κάποια στοιχειώδη πράγματα. Γιατί, για παράδειγμα η Χρυσή Αυγή έγινε ξαφνικά trendy. Γιατί ο ξενοφοβικός εθνικισμός του Πάνου Καμμένου ταυτίζεται με ένα μεγάλο μερίδιο της Αριστεράς. Γιατί το ΚΚΕ στέλνει συλλυπητήρια στο καθεστώς της Πιον Γιανγκ χωρίς να ξεσηκώνει λαϊκή κατακραυγή. Γιατί διψάμε για συνωμοσίες συμφερόντων εκτός της χώρας και όχι εντός της εσωτερικής μας παράνοιας.
Φώτο: Περιοδικό "Hot Doc" |