Αν δεν το έβλεπα με τα ίδια μου τα μάτια, δεν θα το πίστευα. Το κέντρο της Αθήνας ξαφνικά έμεινε άδειο από μετανάστες. Η «επανακατάληψη» του Σαμαρά, η «φιλοξενία» του Ξένιου Διός του Δένδια, και το «ξεβρώμισμα» της Χρυσής Αυγής έπιασαν τόπο. Μέσα σε λίγες κιόλας ημέρες το αίτημα του προεκλογικού δεξιού λαϊκισμού, υλοποιήθηκε (έστω και πρόσκαιρα) είτε μέσω νόμιμων, είτε παράνομων επιχειρήσεων. Και τώρα τί; Πώς ξεπεράσαμε την κρίση; Τί απαντήσεις έχει να δώσει η Χρυσή Αυγή στην υπόθεσή της ότι μία από τις αιτίες της κρίσης ήταν η μεγάλη λαθρομετανάστευση; (Αν και τελικά απεδείχθη ότι ο Ξένιος Ζευς «σκούπισε» κυρίως νόμιμους μετανάστες).
Το ίδιο ερώτημα βαραίνει και το άλλο φάσμα του αντιμνημονιακού μετώπου. Έστω ότι σήμερα κιόλας, μέσα σε μία έξαψη αλτρουισμού, οι δανειστές της χώρας αποφασίζουν να διαγράψουν όλο το χρέος. Μάλιστα, για να επιδείξουν την καλή τους θέληση, αποδεσμεύουν και το επόμενο πακέτο των 31 δις για την Ελλάδα χωρίς παραπάνω αξιώσεις αποπληρωμής. Σύσσωμη η τρόικα, μέσα σε πανηγυρικό κλίμα αποσύρει όλες τις απαιτήσεις της, σκίζει και όλα τα μνημόνια μπροστά στην κάμερα, ενώ για να κάνουμε ακόμα πιο kinky τη φαντασίωση, βλέπουμε την Μέρκελ με δάκρυα στα μάτια να ζητάει συγνώμη από τον ελληνικό λαό για την σκληρή της στάση τα τελευταία δύο χρόνια. Διαγράφεται λοιπόν το χρέος, ακυρώνεται το μνημόνιο και μάλιστα μετά τη σύσταση λαϊκού δικαστηρίου και Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου που βρίσκουν ένοχους για εθνική προδοσία και οικονομική κακοδιαχείριση 100-150 πολιτικούς, στήνονται οι σχετικές κρεμάλες στο Σύνταγμα. Πέφτει η «χούντα του ΔΝΤ» (sic), έρχεται η ελληνική λαϊκή δημοκρατία. Και μετά τί;
Τρία χρόνια τώρα, έχουμε στήσει όλα τα συμπτώματα της ελληνικής κρίσης στον τοίχο, και τα χτυπάμε αλύπητα από δεξιά και αριστερά. Ποτέ δεν ρίξαμε έστω και μία κλεφτή ματιά στις αιτίες. Μάλλον όσοι το έκαναν, καταπλακώθηκαν από αγανακτισμένες κραυγές εντός και εκτός Βουλής. Όσοι προσπαθούν να στρέψουν το βλέμμα της κοινωνίας στις αιτίες, και μιλάνε για ριζικές μεταρρυθμίσεις που θα στοχεύσουν σε αυτές, ώστε η κρίση να καταπολεμηθεί στις ρίζες της, συνήθως εισπράττουν τη χλεύη του όχλου.
Να εξαφανίσουμε τους μετανάστες, να εξαφανίσουμε την τρόικα, να οχυρωθούμε και απέναντι στους κακούς ξένους καπιταλιστές που θέλουν να μας φάνε ζωντανούς. Μετά τι; Έχουμε τις δομές πάνω στις οποίες, ως δια μαγείας θα στηθεί ένα κράτος δικαίου; Έχουμε δηλαδή κατάλληλους ανθρώπους σε θέσεις ευθύνης, που περιτριγυρίζονται από αδιάφθορα, έντιμα και αξιοκρατικά επιτελεία που μπορούν να προσφέρουν τόσα πολλά πράγματα, αλλά το μοναδικό τους εμπόδιο είναι η «κακιά» τρόικα; Έχουμε νομικό και φορολογικό πλαίσιο που θα ενίσχυε τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της επιχειρηματικότητας για να υπάρξει ανάπτυξη; Έχουμε έτοιμους κάποιους παραγωγικούς ιστούς σε διάφορους κλάδους που είναι έτοιμοι να παράγουν αγαθά και υπηρεσίες, αλλά δεν μπορούν μόνο τα τελευταία τρία χρόνια; Έχουμε κάποιο σημαντικό ρεύμα νοοτροπίας κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης; Έχουμε δείξει σε κοινωνικό επίπεδο την μαζική θέληση να ξεριζώσουμε τις κάθε λογής συντεχνίες που λυμαίνονται το Δημόσιο; Υπάρχει κάποια τάση ευνομίας και νομοταξίας διάχυτη μέσα στην ελληνική κοινωνία που δεν μπορεί να εκφραστεί λόγω κάποιας ξένης καταπίεσης;
Η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι κοινή, μονολεκτική, και θέλω να πιστεύω πως όλοι κατά βάθος την γνωρίζουν. Κάποιοι από εμάς αγανακτήσαμε νωρίς, πολύ πριν την κρίση, πολύ πριν τις υπογραφές των μνημονίων. Τότε που οι αιτίες ζυμώνονταν και που απλά έψαχναν κάποιες διεθνείς συγκυρίες για να εκδηλώσουν τα σημερινά συμπτώματα. Και όσο ολόκληρη η κοινωνία κάθεται και ασχολείται με τη βιτρίνα, στο εσωτερικό του μαγαζιού, η εντροπία των αιτιών θα αυξάνεται και η κατρακύλα θα συνεχίζεται. Διότι όσο φυλετικό ή ταξικό ρατσισμό και αν σπείρεις, όση ανακούφιση και αν σου δίνει πρόσκαιρα κάποια θεωρία συνωμοσίας, στο τέλος πάντα ξημερώνει η πραγματικότητα. Και όπως συμβαίνει στη ζωή του καθενός μας χωριστά, η πραγματικότητα είναι που τελικά πρέπει να αντιμετωπιστεί.