Χρονιάρα μέρα σήμερα, κεριά και λιβάνια. Το ελληνάκι τιμάει τον Δημητράκη, παραθέτοντας σχετικό αρθράκι του Διαγόρα.
Κάντε κλικ στην εικονίτσα για το σχετικό άρθρο.
Πώς να μη φοράει μετά κουκούλα ο Αρίστος...;
ελληνάκι, το [eliˈnakʲi] (αντιθ. Ελληναράς), 1.αυτός που κατάγεται από την Ελλάδα ή που ανήκει στο ελληνικό έθνος και που είναι υποχρεωμένος να ανέχεται Ελληναράδες. 2. αυτός που έχει ελληνική ιθαγένεια ή υπηκοότητα και αυτό δεν το θεωρεί προτέρημα σε σχέση με ιθαγενείς ή υπηκόους άλλων κρατών.
[λόγ. < αρχ. *Ελλην, αιτ. -άκι]