Κάντε κλικ στην εικονίτσα για το σχετικό άρθρο.
![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiuY4Q4tV4WLPXouRPxc3g4XpqJxha49BzYw3_o4qCmKXmdFBE3dHEYdBELnyVYENHuxsziB6VE3QmwpNrKIzFaxIF-nHd4j0SkDS8ouvffDJv5C5JMLVfe7flycd5IHT7x6zq55bOTSCpQ/s400/auth_no_dimitrakis.jpg)
Πώς να μη φοράει μετά κουκούλα ο Αρίστος...;
ελληνάκι, το [eliˈnakʲi] (αντιθ. Ελληναράς), 1.αυτός που κατάγεται από την Ελλάδα ή που ανήκει στο ελληνικό έθνος και που είναι υποχρεωμένος να ανέχεται Ελληναράδες. 2. αυτός που έχει ελληνική ιθαγένεια ή υπηκοότητα και αυτό δεν το θεωρεί προτέρημα σε σχέση με ιθαγενείς ή υπηκόους άλλων κρατών.
[λόγ. < αρχ. *Ελλην, αιτ. -άκι]