Εδραιώθηκε ως έννοια κατά τη σύσταση του πρώτου Γαλλικού Κοινοβουλίου μετά τη Γαλλική Επανάσταση και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε εκτενώς για να περιγράψει γενικευμένες πολιτικές στάσεις. Παρά τη σταδιακή αποχώρησή της από το Ευρωπαϊκό πολιτικό τοπίο, παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, ιδίως της Μεταπολίτευσης, και έχει διπλό όνομα. Ονομάζεται «Δεξιά – Αριστερά» (για χάρη συντομίας θα αναφέρεται στο εξής ως «Δ-Α»).
Στο μυαλό του μέσου Έλληνα, όσο αδιαχώριστες έννοιες είναι ο «Θεός» και η «Ηθική», άλλο τόσο αδιαχώριστη είναι η Δ-Α και η πολιτική. Στην πραγματικότητα όμως, όπως συμβαίνει και με το Θεό, η Δ-Α είναι μία πολιτική πλάνη την οποία ξέρουν να χειρίζονται καλά οι επαγγελματίες πολιτικοί, είτε για να συσπειρώσουν εκλογείς, είτε για να ξεφεύγουν από δύσκολες θέσεις όταν ο αντίπαλος τους στριμώχνει.
Καταρχάς, τη σήμερον ημέρα δεν υπάρχει γνήσιο Δεξιό ή Αριστερό κόμμα. Υπάρχουν κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ή έχουν συμφέρον να διακηρύττουν ότι ανήκουν στον έναν ή τον άλλο χώρο, στην πραγματικότητα όμως κανένα από αυτά δεν μπορεί να θεωρηθεί 100% Δεξιό ή Αριστερό αφού η Δ-Α δεν έχει κάποια ρητή πολιτική υπόσταση, εκτός αυτής της συνεχούς διαμάχης. Δηλαδή ότι είναι Δεξιό, δεν μπορεί να είναι Αριστερό και αντίστροφα.
Αυτό έχει ως συνέπεια, οι πολιτικοί να αναλώνονται σε ρητορικές και χρονοβόρες ανούσιες τοποθετήσεις προκειμένου να στηρίξουν το χώρο τους έναντι του άλλου, αντί να λαμβάνουν σωστές πολιτικές αποφάσεις προς τη σωστότερη κατεύθυνση. Στο τέλος κερδίζει ο παραλογισμός και φυσικά χάνουν το Κράτος και η κοινωνία. Βέβαια αυτό έχει να κάνει και με την πολιτική νοοτροπία στην Ελλάδα όπου ο σκοπός του κάθε πολιτικού είναι να εξοντώσει τον πολιτικό του αντίπαλο και όχι να παράγει έργο. Όμως αυτό το φαινόμενο οξύνεται όταν στο παιχνίδι μπαίνει και η έννοια της Δ-Α.
Κατά δεύτερον, η πολιτικολογία γύρω από τη Δ-Α συνεχώς παρουσιάζει αντιφάσεις, όσον αφορά την άσκηση πολιτικής τη σημερινή εποχή σε σχέση με τον ορισμό της Δ-Α. Έτσι ενώ σε γενικές γραμμές η Αριστερά υποτίθεται ότι προωθεί προοδευτικές ιδέες με κύριο θεμέλιο την κοινωνική πρόνοια, στην ουσία απλά προωθεί θεωρητικές ιδέες που ίσως να πετύχαιναν αυτό το σκοπό 50 χρόνια πριν. Αντίστοιχα, ενώ η Δεξιά υποτίθεται ότι προωθεί πιο συντηρητικές και αντιλαϊκές πολιτικές, στην ουσία προβαίνει σε λαϊκισμούς και φιλολαϊκό συντηρητισμό.
Ως αποτέλεσμα, ενώ έχουμε εισέλθει στην Οικονομία της Παγκοσμιοποίησης και την Κοινωνία της Πληροφορίας, οι βασικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας προτιμούν να αναδύουν μία γραφικότητα άλλων εποχών, εκτός πραγματικότητας, παρά να αναθεωρούν τις πολιτικές τους σε σχέση με την εποχή μας και να εκσυγχρονίζονται ανάλογα. Η γενικόλογη Αριστερά ξεπέφτει σε ουτοπικές ασυναρτησίες, ενώ η λαϊκίστικη Δεξιά ξεπέφτει σε συντηρητικές ανοησίες.
Κατά τρίτον, η Δ-Α περιλαμβάνει μία σειρά από προβλήματα, παρόμοια με αυτά που παρουσιάζονται σε αυθαίρετες κατηγοριοποιήσεις, όπως η αυθαίρετη κριτική σε κάποιον που εκφράζει μία άποψη. Για παράδειγμα, προσάπτοντας σε κάποιον την ταμπέλα του Δεξιού ή του Αριστερού, επειδή ακούγεται μία και μόνο άποψή του, ενδεχομένως να επισκιάζονται όλες οι υπόλοιπες απόψεις του κάτω από αυτή την ταμπέλα. Και αυτό δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε πρακτικό σε μία κοινοβουλευτική Δημοκρατία, ενώ μπορεί να γίνει και άκρως εκνευριστικό σε επίπεδο διαλόγου.
Φυσικά, μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο, όλα αυτά δεν έχουν και ιδιαίτερη σημασία αφού η ελληνική πολιτική διανύει περίοδο καθαρά πελατειακής και λαϊκίστικης νοοτροπίας σε όλο το φάσμα της. Το πρόβλημα όμως παρουσιάζεται στους πολίτες που αντί να διαμορφώνουν μία καθαρή πολιτική άποψη, που ενδεχομένως να ενστερνίζεται «Δεξιές» και «Αριστερές» πολιτικές ταυτόχρονα, καταφεύγουν στα σκουριασμένα καλούπια της Δ-Α. Οι πολίτες με τη σειρά τους διαμορφώνουν την εκάστοτε κοινωνία, που εκλέγει τα συγκεκριμένα άτομα του ελληνικού Κοινοβουλίου και η ιστορία ανακυκλώνεται.
Ο μόνος τρόπος να ξεφύγει η πολιτική μας συνείδηση (σε όσους από εμάς έχει απομείνει έστω και λίγη) από τις απαρχαιωμένες έννοιες της Δ-Α, είναι ο ορθολογισμός. Ορθολογισμός σε κάθε επίπεδο των πολιτικών αποφάσεων σημαίνει ότι ξεκολλάμε τις σκουριασμένες πινακίδες της Δ-Α και εξετάζουμε κάθε πολιτική βούληση, κινητοποίηση και απόφαση σφαιρικά και λογικά. Χωρίς πολιτικούς μέντορες, καθοδηγητές, πατερούληδες κλπ. Ορθολογισμός σημαίνει ότι συνεχίζουμε την εποικοδομητική κριτική πάνω σε μοντέλα που έχουν αποτύχει, ζητώντας την ανατροπή τους και ακολουθώντας καλύτερες προτάσεις. Στηρίζουμε τη θετική πολιτική και απομακρύνουμε το συντηρητισμό. Άλλωστε, στη σημερινή εποχή συντηρητισμός είναι η εμμονή σε ιδέες και έννοιες που έχουν απαρχαιωθεί και δεν συνάδουν με τις απαιτήσεις των σημερινών κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών συστημάτων. Εξάλλου δεν είναι τιμητικό για την πολιτική ωριμότητα μίας κοινωνίας, όταν τα μέλη της ακολουθούν τις πολιτικές ταμπέλες ηλικίας τουλάχιστον δύο αιώνων.
Στο μυαλό του μέσου Έλληνα, όσο αδιαχώριστες έννοιες είναι ο «Θεός» και η «Ηθική», άλλο τόσο αδιαχώριστη είναι η Δ-Α και η πολιτική. Στην πραγματικότητα όμως, όπως συμβαίνει και με το Θεό, η Δ-Α είναι μία πολιτική πλάνη την οποία ξέρουν να χειρίζονται καλά οι επαγγελματίες πολιτικοί, είτε για να συσπειρώσουν εκλογείς, είτε για να ξεφεύγουν από δύσκολες θέσεις όταν ο αντίπαλος τους στριμώχνει.
Καταρχάς, τη σήμερον ημέρα δεν υπάρχει γνήσιο Δεξιό ή Αριστερό κόμμα. Υπάρχουν κόμματα που αυτοπροσδιορίζονται ή έχουν συμφέρον να διακηρύττουν ότι ανήκουν στον έναν ή τον άλλο χώρο, στην πραγματικότητα όμως κανένα από αυτά δεν μπορεί να θεωρηθεί 100% Δεξιό ή Αριστερό αφού η Δ-Α δεν έχει κάποια ρητή πολιτική υπόσταση, εκτός αυτής της συνεχούς διαμάχης. Δηλαδή ότι είναι Δεξιό, δεν μπορεί να είναι Αριστερό και αντίστροφα.
Αυτό έχει ως συνέπεια, οι πολιτικοί να αναλώνονται σε ρητορικές και χρονοβόρες ανούσιες τοποθετήσεις προκειμένου να στηρίξουν το χώρο τους έναντι του άλλου, αντί να λαμβάνουν σωστές πολιτικές αποφάσεις προς τη σωστότερη κατεύθυνση. Στο τέλος κερδίζει ο παραλογισμός και φυσικά χάνουν το Κράτος και η κοινωνία. Βέβαια αυτό έχει να κάνει και με την πολιτική νοοτροπία στην Ελλάδα όπου ο σκοπός του κάθε πολιτικού είναι να εξοντώσει τον πολιτικό του αντίπαλο και όχι να παράγει έργο. Όμως αυτό το φαινόμενο οξύνεται όταν στο παιχνίδι μπαίνει και η έννοια της Δ-Α.
Κατά δεύτερον, η πολιτικολογία γύρω από τη Δ-Α συνεχώς παρουσιάζει αντιφάσεις, όσον αφορά την άσκηση πολιτικής τη σημερινή εποχή σε σχέση με τον ορισμό της Δ-Α. Έτσι ενώ σε γενικές γραμμές η Αριστερά υποτίθεται ότι προωθεί προοδευτικές ιδέες με κύριο θεμέλιο την κοινωνική πρόνοια, στην ουσία απλά προωθεί θεωρητικές ιδέες που ίσως να πετύχαιναν αυτό το σκοπό 50 χρόνια πριν. Αντίστοιχα, ενώ η Δεξιά υποτίθεται ότι προωθεί πιο συντηρητικές και αντιλαϊκές πολιτικές, στην ουσία προβαίνει σε λαϊκισμούς και φιλολαϊκό συντηρητισμό.
Ως αποτέλεσμα, ενώ έχουμε εισέλθει στην Οικονομία της Παγκοσμιοποίησης και την Κοινωνία της Πληροφορίας, οι βασικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας προτιμούν να αναδύουν μία γραφικότητα άλλων εποχών, εκτός πραγματικότητας, παρά να αναθεωρούν τις πολιτικές τους σε σχέση με την εποχή μας και να εκσυγχρονίζονται ανάλογα. Η γενικόλογη Αριστερά ξεπέφτει σε ουτοπικές ασυναρτησίες, ενώ η λαϊκίστικη Δεξιά ξεπέφτει σε συντηρητικές ανοησίες.
Κατά τρίτον, η Δ-Α περιλαμβάνει μία σειρά από προβλήματα, παρόμοια με αυτά που παρουσιάζονται σε αυθαίρετες κατηγοριοποιήσεις, όπως η αυθαίρετη κριτική σε κάποιον που εκφράζει μία άποψη. Για παράδειγμα, προσάπτοντας σε κάποιον την ταμπέλα του Δεξιού ή του Αριστερού, επειδή ακούγεται μία και μόνο άποψή του, ενδεχομένως να επισκιάζονται όλες οι υπόλοιπες απόψεις του κάτω από αυτή την ταμπέλα. Και αυτό δεν είναι ούτε δημοκρατικό, ούτε πρακτικό σε μία κοινοβουλευτική Δημοκρατία, ενώ μπορεί να γίνει και άκρως εκνευριστικό σε επίπεδο διαλόγου.
Φυσικά, μέσα στο ελληνικό Κοινοβούλιο, όλα αυτά δεν έχουν και ιδιαίτερη σημασία αφού η ελληνική πολιτική διανύει περίοδο καθαρά πελατειακής και λαϊκίστικης νοοτροπίας σε όλο το φάσμα της. Το πρόβλημα όμως παρουσιάζεται στους πολίτες που αντί να διαμορφώνουν μία καθαρή πολιτική άποψη, που ενδεχομένως να ενστερνίζεται «Δεξιές» και «Αριστερές» πολιτικές ταυτόχρονα, καταφεύγουν στα σκουριασμένα καλούπια της Δ-Α. Οι πολίτες με τη σειρά τους διαμορφώνουν την εκάστοτε κοινωνία, που εκλέγει τα συγκεκριμένα άτομα του ελληνικού Κοινοβουλίου και η ιστορία ανακυκλώνεται.
Ο μόνος τρόπος να ξεφύγει η πολιτική μας συνείδηση (σε όσους από εμάς έχει απομείνει έστω και λίγη) από τις απαρχαιωμένες έννοιες της Δ-Α, είναι ο ορθολογισμός. Ορθολογισμός σε κάθε επίπεδο των πολιτικών αποφάσεων σημαίνει ότι ξεκολλάμε τις σκουριασμένες πινακίδες της Δ-Α και εξετάζουμε κάθε πολιτική βούληση, κινητοποίηση και απόφαση σφαιρικά και λογικά. Χωρίς πολιτικούς μέντορες, καθοδηγητές, πατερούληδες κλπ. Ορθολογισμός σημαίνει ότι συνεχίζουμε την εποικοδομητική κριτική πάνω σε μοντέλα που έχουν αποτύχει, ζητώντας την ανατροπή τους και ακολουθώντας καλύτερες προτάσεις. Στηρίζουμε τη θετική πολιτική και απομακρύνουμε το συντηρητισμό. Άλλωστε, στη σημερινή εποχή συντηρητισμός είναι η εμμονή σε ιδέες και έννοιες που έχουν απαρχαιωθεί και δεν συνάδουν με τις απαιτήσεις των σημερινών κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών συστημάτων. Εξάλλου δεν είναι τιμητικό για την πολιτική ωριμότητα μίας κοινωνίας, όταν τα μέλη της ακολουθούν τις πολιτικές ταμπέλες ηλικίας τουλάχιστον δύο αιώνων.