Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009

Επιστροφή στη νομιμότητα

Η πινακίδα του ΚΟΚ που έχει γεμίσει αυτοκόλλητα οπαδών κάποιας ομάδας, κρύβει μία τραγική αλήθεια για την έννομη τάξη στην Ελλάδα. Αποτυπώνει τη σημασία του «μικρού - ασήμαντου» παραπτώματος, το οποίο μένει αδιάφορο και ατιμώρητο, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να κοστίσει μέχρι και τη ζωή σε κάποιον. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που έχει θεσπιστεί η ποινή των 2 χρόνων φυλάκισης, σε περίπτωση εκούσιας πρόκλησης ζημιάς, όπως δεν είναι τυχαίο που παρά τη σοβαρότητα της συγκεκριμένης παράβασης, σχεδόν όλες οι πινακίδες του ΚΟΚ έχουν γεμίσει με αυτοκόλλητα.

Η απουσία της έννομης τάξης που έχει κατακλύσει ολόκληρη τη χώρα, και αφορά ένα ευρύτατο φάσμα σημαντικότητας, από τις ευθύνες υπουργών, μέχρι και τα 3-4 πιτσιρίκια που κλείνουν ένα ολόκληρο σχολείο για το σχήμα της τυρόπιτας, δεν έχει αιτία μόνο την απραγία του κρατικού μηχανισμού. Η συγκεκριμένη απραγία, μάλλον σύμπτωμα είναι παρά αιτία. Η βαθύτερη αιτία, ξεκινά από τη γενικότερη αντίληψη που έχουμε ως κοινωνία απέναντι στην έννοια της τιμωρίας ή καλύτερα της ανάληψης ευθυνών. Και η αντίληψη αυτή, είναι ακριβώς η σύγχυση ανάμεσα σε αυτά τα δύο. Την τιμωρία και την ανάληψη ευθυνών.

Για λόγους που ενδεχομένως ιστορικά έθιγαν διάφορα συμφέροντα, η απόλυτη τήρηση των νόμων, με τις σχετικές κυρώσεις τους, συνδέονται με το άκρο του ολοκληρωτισμού ή της συντηρητικής αντίληψης. Δεν είναι κρυφό άλλωστε ότι ο νομοταγής πολίτης τυγχάνει μίας ευρύτερης αντιμετώπισης από τον περίγυρό του, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως απαξιωτική ή υποτιμητική. Επίσης, πολλές φορές συμβαίνει και ο κρατικός λειτουργός που επιχειρεί να εφαρμόσει το νόμο κατά γράμμα, να αποδοκιμάζεται ως αυστηρός ή μη ανεκτικός. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να φανταστεί δικαστήριο να επιβάλλει ποινή φυλάκισης 2 χρόνων σε ένα πιτσιρίκι 19 χρονών που έτυχε να συλληφθεί την ώρα που κόλλαγε ένα αυτοκόλλητο σε πινακίδα του ΚΟΚ; Μάλλον όχι. Όμως το εύρος των ποινών ανάμεσα στην υπερβολή της φυλάκισης 2 χρόνων, μέχρι την ατιμωρησία, είναι μεγάλο, κάπου στο οποίο βρίσκεται και η χρυσή τομή τιμωρίας και διδάγματος.

Υπάρχουν βέβαια και ιστορικοί λόγοι, όπου η παραβατικότητα αποτελούσε αναγκαίο στοιχείο για την επιβίωση της κοινωνίας και την προσπάθειας εξέλιξής της, όπως για παράδειγμα τα χρόνια της Κατοχής ή των διαφόρων δικτατοριών. Προφανώς το κοινό αίσθημα της παράνομης δράσης ενάντια στη «νόμιμη» τάξη του εκάστοτε ολοκληρωτισμού, διαιωνίστηκε και στις επερχόμενες γενεές, καμουφλαρισμένο ως «θεμιτή κοινωνική αντίδραση σε κάθε είδους τάση ολοκληρωτισμού» με αποτέλεσμα τη σημερινή γενικότερη ανεκτικότητα στην παρανομία. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η έννοια του «ρουφιάνου» με την αρνητική της χροιά επισκιάζει τον κάθε καταγγέλοντα, ενώ στην πραγματικότητα οι καταγγελίες για παράνομες δραστηριότητες θα έπρεπε να ενθαρρύνονται.

Φυσικά, όταν μιλάμε για παρανομία και ατιμωρησία, δεν γίνεται αναφορά μόνο στα παραπτώματα των πολιτών, αλλά και σε αυτά κρατικών λειτουργών ή ακόμα και αντισυνταγματικών νόμων. Εφόσον ο ίδιος ο κρατικός μηχανισμός παρανομεί απροκάλυπτα, λογικό είναι και τα κατώτερα στρώματα να ακολουθήσουν παρομοίως, τα οποία με τη σειρά τους θα ανατροφοδοτήσουν τον κρατικό μηχανισμό κ.ο.κ.


Υπάρχει μεγάλη ανάγκη, η έννοια της έννομης τάξης σωστής απονομής δικαιοσύνης να επανέλθει στη θετική της χροιά. Αυτή που θα πρέπει να είναι το ζητούμενο τόσο του κρατικού μηχανισμού, όσο και του κάθε πολίτη, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα υποτυπώδες Κράτος με συνοχή και στοιχειώδη λειτουργία. Η βασική αρχή μπορεί να γίνει συνειδητοποιώντας ότι η τιμωρία ή ποινή κατά την παράβαση κάποιου νόμου, αποτελεί στην ουσία ανάληψη ευθύνης. Και επειδή το τελευταίο πράγμα που διακατέχει την ελληνική κοινωνία είναι η ανάγκη για νέες συνειδητοποιήσεις, την ευθύνη την έχει η εκάστοτε κρατική εξουσία ώστε όχι μόνο να εφαρμόσει την έννομη τάξη, αλλά να ενθαρρύνει και την τήρηση αυτής από τους πολίτες.

Και εδώ είναι που τα πράγματα αρχίζουν και περιπλέκονται λιγάκι. Η «εφαρμογή της έννομης τάξης» περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα τακτικών και πολιτικών. Η βασική της αποτυχία μέχρι στιγμής, έγκειται στο γεγονός ότι γίνεται μονόπλευρα και με ακραίο χαρακτήρα. Δηλαδή στοχεύει μόνο συγκεκριμένες ομάδες παρανομούντων, τις οποίες πλησιάζει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Την αψυχολόγητη καταστολή. Η σωστή εφαρμογή της έννομης τάξης όμως, θα πρέπει να γίνεται αμφίδρομα, δηλαδή στοχεύοντας προς όλα τα μέλη μιας κοινωνίας, ιδίως τους μετέχοντες στον κρατικό μηχανισμό, αλλά και με ανάλογο χαρακτήρα. Άλλες φορές με μηδενική ανοχή, και άλλες με πιο ήπιο χαρακτήρα, αναλόγως των περιστάσεων. Επίσης, δεν είναι έντιμο και υπεύθυνο να αγνοούνται μικρά παραπτώματα, όπως για παράδειγμα «κλείνω τη λεωφορειολωρίδα για ένα λεπτάκι μόνο και επιστρέφω», καθώς πολλά μικρά παραπτώματα συνθέτουν ένα ευρύτερο πλαίσιο παρανομίας και ενθάρρυνσης αυτής.

Σίγουρα υπάρχουν πολλοί τρόποι που μπορείς να επιπλήξεις ή να τιμωρήσεις έναν παρανομούντα με τρόπο τέτοιο ώστε να αναλάβει το πραγματικό βάρος της ευθύνης που του αναλογεί. Όπως υπάρχουν, για παράδειγμα, και πολλοί τρόποι ώστε μία περιοχή να αστυνομεύεται σωστά. Δηλαδή με διακριτικό τρόπο όπου η αστυνομία επεμβαίνει μόνο σε περίπτωση παρανομίας και όχι επιχειρώντας βάσει επίδειξης τσαμπουκά ή φασιστικών απωθημένων που χαρακτηρίζουν πολλούς από τους υπάλληλούς της.

Ο νόμος είναι υπεράνω όλων. Η κατανόηση της αξίας αυτής της φράσης, αποτελεί τη μοναδική διέξοδο από τη διαφθορά και την παρανομία που έχει κατακλύσει τη χώρα, και αφορά την κοινωνία στο σύνολό της. Για κάποιο λόγο που έχει χαθεί κάπου στα βάθη της κοινωνικής μας ιστορίας, η έννοια της «έννομης τάξης» προδιαθέτει για κάτι σκληρό, ολοκληρωτικό, κατασταλτικό και ανελαστικό. Στην πραγματικότητα όμως, η έννομη τάξη είναι ο βασικός δομικός λίθος της κοινωνικής συνοχής. Οι νόμοι είναι απαραίτητοι για τη συνοχή και την εύρυθμη λειτουργία ενός Κράτους. Αποτελούν τα άτυπα συμβόλαια μεταξύ των ατόμων που απαρτίζουν την κοινωνία, ώστε αυτή να λειτουργεί συλλογικά και ομαδικά, με σκοπό να «ανταποδίδει» αυτή την ευρυθμία συμβάλλοντας στην ευημερία των ατόμων. Όσο θεωρητικό και φιλοσοφικό και αν ακούγεται αυτό, τόσο πρακτικό και ρεαλιστικό είναι ταυτόχρονα. Είναι τόσο απλό και χωρίς πολλούς αστερίσκους. Χωρίς νόμους, δεν υπάρχει Κράτος. Και χωρίς την ύπαρξη Κράτους, δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνική συνοχή. Έτσι απλά.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...