Εδώ και λίγες μέρες, έχει ξεκινήσει η δημόσια διαβούλευση για τη δημιουργία του Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας της ΕΛ.ΑΣ. Έχει ενδιαφέρον ανά καιρούς, να παρατηρεί κανείς πώς εξελίσσονται οι απόψεις των πολιτών σε διάφορα θέματα που τίθενται για ανοιχτή διαβούλευση, αλλά το συγκεκριμένο έχει ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον.
Μέχρι στιγμής, συμβαίνει το εξής φαινόμενο. Υπάρχουν κάποιοι σχολιαστές, που προφανώς είναι αστυνομικοί, οι οποίοι απαξιώνοντας την ουσία της εν λόγω κίνησης, έχουν βρει την ευκαιρία για να διεκδικήσουν ότι θεωρούν πως δικαιούνται στον επαγγελματικό τους κλάδο, ενώ δεν χάνουν την ευκαιρία να εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για τη δημιουργία του Γραφείου. Για παράδειγμα, δεν σπανίζουν φράσεις του στυλ «Κε. Υπουργέ, για πόσο καιρό ακόμα θα βάλλεστε κατά της αστυνομίας; Έχουν και οι πολίτες μερίδιο ευθύνης για την τήρηση της τάξης» (!) ή «Ας μάθουν οι πολίτες πρώτα από όλα τους νόμους και να αποβάλουν το σύνδρομο της επταετίας (διότι αυτό συμβαίνει στην κοινωνία μας χρόνια τώρα) τότε δεν θα χρειάζονται τέτοια γραφεια» και το αγαπημένο μου «Σταματηστε αυτή τη λατρεία των επιστημόνων (κάθε είδους). Έκαστος στο είδος του!» (Σημ: αναφέρεται στη στελέχωση του Γραφείου με Νομικούς). Ταυτόχρονα υπάρχουν πολλές αρνητικές ψήφοι σε απόψεις πολιτών που επικροτούν τη σύσταση του εν λόγω Γραφείου.
Ο θεσμός της δημόσιας διαβούλευσης, είναι φυσικά θετικός και αποτελεί μία πρωτόγνωρη κίνηση για τα ελληνικά δεδομένα. Άρα, δεδομένου του ελληνικού συντηρητισμού, λογικό είναι, όχι μόνον να αντιμετωπίζεται επιφυλακτικά σε σημείο απαξίωσης, αλλά και να χρησιμοποιείται περισσότερο ως ευκαιρία προβολής προσωπικών απαιτήσεων, παρά ως βήμα ανοιχτού διαλόγου και κατάθεσης σοβαρών απόψεων.
Όσον αφορά το συγκεκριμένο θέμα όμως, δηλαδή τη δημιουργία του Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, αρχίζουν και διαφαίνονται στοιχεία τα οποία θα μπορούσαν να αμαυρώσουν τη γενικότερη προσπάθεια της δημόσιας διαβούλευσης. Ταυτόχρονα, το ίδιο θέμα φέρνει στην επιφάνεια την πραγματικότητα της κατάστασης, στην οποία βρίσκεται σήμερα η ελληνική αστυνομία, και αναδεικνύει τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει οποιοσδήποτε επιχειρήσει την εξυγίανσή της.
Και η πραγματικότητα είναι ότι μέσα στο αστυνομικό σώμα, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός αστυνομικών οργάνων που όχι μόνο δεν έχει την παραμικρή επαφή με την πραγματικότητα, όσον αφορά τις υποχρεώσεις του απέναντι στον πολίτη, αλλά που θεωρεί ότι είναι επιτακτική ανάγκη ο μέσος αστυνομικός να δρα κυρίως επιθετικά. Αυτό βέβαια δεν είναι νέο, όμως νέο είναι το γεγονός ότι πλέον μέσα στους κύκλους της αστυνομίας, ή νοοτροπία του μπάτσου θεωρείται κάτι απόλυτα φυσιολογικό ώστε να δημοσιοποιηθεί ακόμα και επίσημα σε βήμα δημόσιας διαβούλευσης.
Τέτοια φαινόμενα, δεν μπορούν να εκλείψουν μόνο με πολιτική βούληση, όσο ισχυρή και αν είναι αυτή. Χρειάζεται συλλογικότερη κινητοποίηση, με μεγαλύτερες συνέπειες προς την επαναφορά της δημοκρατίας στη χώρα μας, ώστε οποιαδήποτε πρωτοβουλία εξυγίανσης να μην μένει αστήριχτη και ανεξέλεγκτη στο έλεος συντηρητικών ομάδων. Η πρώτη κίνηση μπορεί να γίνει συμμετέχοντας στην εν λόγω δημόσια διαβούλευση, ώστε το μήνυμα να είναι ξεκάθαρο: «Οι μέρες της κυριαρχίας των φασιστοειδών μπάτσων, είναι μετρημένες. Οι πολίτες έχουν άποψη και δεν φοβούνται να την θέτουν επισήμως». Η δεύτερη κίνηση, θα είναι η κινητικότητα από πλευράς πολιτών, για την ορθή λειτουργία του Γραφείου Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας. Αυτό όμως θα φανεί στην πορεία, όταν άλλωστε ξεκαθαρίσει και η αποδοτικότητα του εν λόγω Γραφείου.