Το παρόν κείμενο απευθύνεται σε εκείνους τους ψηφοφόρους που έχουν την κοινωνική ευαισθησία και την προσωπική βούληση να επιφέρουν θετικές αλλαγές, μέσω του ισχυρότερου όπλου που τους παρέχεται σε μία Δημοκρατία˙ αυτού των εκλογών. Απευθύνεται σε εκείνους που χρησιμοποιούν την κριτική τους σκέψη, και αναλύουν πρόσωπα, γεγονότα και πολιτικές με βάση το κοινωνικό συμφέρον και κυρίως αυτό του τόπου τους.
Οι «παραδοσιακοί» κομματικοί παράγοντες, οι ισοπεδωτικοί, οι παθιασμένοι, οι μίζεροι, τα ρουσφέτια και γενικότερα όσοι προσβλέπουν στις εκλογές ως έναν τρόπο για να προωθήσουν τα ατομικά τους συμφέροντα, έχουν λάβει ήδη τις αποφάσεις τους και κατά πάσα πιθανότητα δεν θα κάνουν καμία επαφή με κανένα από τα αναφερόμενα σημεία. Το κρίμα στο λαιμό τους.
Ψηφίζουμε πρόσωπα και όχι κόμματα
Αυτό φυσικά θα έπρεπε να ισχύει και στις βουλευτικές εκλογές, αλλά δυστυχώς το εκλογικό σύστημα διακατέχεται ακόμα από αντιλήψεις άλλων εποχών όπου οι πολιτικοί για κάποιο λόγο πρέπει να εκφράζονται μόνο μέσω των κομμάτων. Οι τοπικές εκλογές είναι μία ευκαιρία να αναδειχτούν εκείνοι οι άνθρωποι που, ανεξάρτητα από την παράταξη που τους στηρίζει, έχουν την ικανότητα, τη γνώση και τον τρόπο να επιφέρουν τις θετικότερες αλλαγές στον τόπο τους.
Το ψωμοτύρι της «ψήφου διαμαρτυρίας» που διαχρονικά γυροφέρνει στη ρητορική των κομμάτων της εκάστοτε αντιπολίτευσης, είναι ένας φτηνός λαϊκίστικος τρόπος να αποσπάσουν ψήφους οι υποψήφιοί τους ανεξάρτητα από τις ικανότητες αυτών.
Στηρίζοντας ικανούς ανθρώπους με εκσυγχρονιστικές και θετικές ιδέες, οι ψηφοφόροι περνάνε το μήνυμα μίας πολιτικής ωριμότητας που θα μπορεί να διαμορφώσει και τις μελλοντικές υποψηφιότητες ή τακτικές των υποψηφίων ή/και κομμάτων.
Μακριά από πολιτικές ρητορικές που αναφέρονται στο «μνημόνιο»
Το μνημόνιο είναι μία συμφωνία οικονομικού χαρακτήρα μεταξύ της Ελλάδας, των Ευρωπαίων εταίρων και του ΔΝΤ, που αφορά μία σειρά από όρους ώστε το ελληνικό Κράτος να μπορεί να δανείζεται για τα επόμενα δύο χρόνια εκτός αγορών. Το κατά πόσον είναι απαραίτητο, ή αν οι όροι θα μπορούσαν να ήταν διαφορετικοί, είναι ζητήματα που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την οργάνωση και διοίκηση των Δήμων και Περιφερειών για τα οποία λαμβάνουν χώρα και οι συγκεκριμένες εκλογές.
Υποψήφιος που χρησιμοποιεί την λαϊκή δυσαρέσκεια για τους όρους του μνημονίου, προσπαθεί να συγκεντρώσει περισσότερες ψήφους, αναφερόμενος σε ένα θέμα πάνω στο οποίο δεν έχει καμία αρμοδιότητα. Υπονοεί έτσι, εμμέσως πλην σαφώς, ότι δεν έχει συγκεκριμένες προτάσεις για τον τόπο του, αλλά μία γενικευμένη ιδεολογία άνευ ουσιαστικής χρησιμότητας που στην τελική δεν αφορά κανένα.
Τιμωρούμε τους «κακούς» Δημάρχους και Νομάρχες
Οι υποψήφιοι που δεν έχουν εκλεγεί ξανά σε θέσεις ευθύνης δεν μπορούν να αποδείξουν τις ικανότητές και τους σκοπούς τους με απτά αποτελέσματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, τα βιογραφικά τους, οι θεωρητικές θέσεις τους και οι ενδεχόμενες θητείες τους σε άλλα πόστα ευθύνης, είναι οι μοναδικοί τρόποι αξιολόγησης.
Αντιθέτως, οι υφιστάμενοι Δήμαρχοι και Νομάρχες, έχουν να επιδείξουν τουλάχιστον μία τετραετία ουσιαστικής διακυβέρνησης όπου το έργο και το ήθος τους μπορούν να αξιολογηθούν εύκολα και ορθολογικά. Η πραγματική ψήφος διαμαρτυρίας, είναι αυτή που τιμωρεί μία κακή διακυβέρνηση επί της ουσίας, μη δίνοντας την ευκαιρία σε ένα ανίκανο πρόσωπο να επανεκλεγεί και μεταφέροντας σαφές μήνυμα στον επόμενο τοπικό άρχοντα για τα λάθη του παρελθόντος.
Περισσότεροι τεχνοκράτες, λιγότερα celebrities
Αν υπάρχει κάτι σαφές στην έως τώρα πορεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τότε αυτό είναι η ανάγκη να υπάρξει καλύτερη οργάνωση, διαφάνεια και διαχείριση των δημοτικών και περιφερειακών πόρων, αλλά και των εκάστοτε διοικητικών διαδικασιών. Αυτό άλλωστε είναι και το στοίχημα του «Καλλικράτη».
Προωθώντας ανθρώπους με τεχνικές και διοικητικές γνώσεις σε θέσεις ευθύνης, αυξάνεται η πιθανότητα, η διοίκηση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση να γίνει με τους θετικότερους όρους. Αντιθέτως, προωθώντας ανθρώπους που έχουν να επιδείξουν μόνο καλές «κουμπαριές» στις αντίστοιχες θέσεις, αυξάνεται η πιθανότητα διαιώνισης της διαφθοράς, της διαπλοκής και γενικότερα όλων των δεινών που έχει επιδείξει η Τοπική Αυτοδιοίκηση έως τώρα.
Η αποχή εντείνει τα προβλήματα
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους η αποχή όχι μόνο δεν προσφέρει τίποτα, αλλά χειροτερεύει και την υπάρχουσα κατάσταση. Οι βασικότεροι έχουν αναπτυχθεί εδώ και εδώ. Θα μπορούσαν όμως να συμπτυχτούν στον εξής ένα: Για κάθε χαμένη ψήφο μέσω της αποχής κάποιου αγανακτισμένου από το πολιτικό σύστημα των πελατειακών σχέσεων, του λαϊκισμού, της ανικανότητας και της διαφθοράς, ισχυροποιείται η ψήφος του παραδοσιακού κομματόσκυλου που ψηφίζει με βάσει όλα αυτά, διαιωνίζοντας έτσι το ίδιο μοτίβο. Άρα η ευθύνη για την εκλογή ενός «κακού» δημάρχου ή περιφερειάρχη, δεν βαραίνει μόνο τους ψηφοφόρους του, αλλά και τους απέχοντες από την εκλογική διαδικασία. Δεν είναι ιδεολογικό το ζήτημα, αλλά καθαρά μαθηματικό.
Το ρεζουμέ
Ειδικά στις δημοτικές εκλογές, τα ποσοστά των ψήφων απεικονίζουν πιο άμεσα τις πραγματικές νοοτροπίες του κάθε τόπου. Εδώ λοιπόν, το κλισέ «έχουμε τους κυβερνώντες που μας αξίζουν» είναι πιο κυριολεκτικό από την αναλογική των βουλευτικών εκλογών. Αυτό, σαν σκέψη για να συνοδεύει τα παραπάνω και για να ξέρουμε ποιοι είναι οι πραγματικά υπεύθυνοι για μία σειρά από δεινά της χώρας.
Η Δημοκρατία, στην «αγνή» μορφή της, δεν πρόκειται να έρθει ποτέ στην Ελλάδα, αν δεν ενδυναμώνεται τακτικά με τη σωστή χρήση των λειτουργιών της. Το μοιρολόι για τα χάλια μας και τους ανίκανους πολιτικούς που εκλέγονται, δεν θα σταματήσει ποτέ αν δεν λειτουργήσουμε όντως δημοκρατικά αντί να σκεφτόμαστε με τους απαθείς ή ατομικιστικούς όρους του παρελθόντος.