Αρχές Ιουνίου και οι Αθηναίοι βρίζουν, κορνάρουν, μιζεριάζουν και γκρινιάζουν όπως είθισται στη Δοξασμένη Πόλη. Αρχές Ιουλίου τα ίδια, αλλά μιας και έχουν αρχίσει να ξεκουμπίζονται οι πρώτοι, είναι σα να πνέει ένα πιο φρέσκο αεράκι.
Ανοίγει παρένθεση: Περιέργως φέτος το Βόρειο αεράκι δεν ήταν και τόσο φρέσκο, πράγμα περίεργο γιατί ο Εθνικός Δρυμός της Πάρνηθας πάντα το φιλτράρει και το δροσίζει. Λες να έπαθε κάτι ο Δρυμός και να χάλασε; Κλείνει η παρένθεση.
Τον Αύγουστο ξεκουμπίζονται οι υπόλοιποι και η Αθήνα όντως ανασαίνει, άδεια πλέον από το κακό συναπάντημα. Θα περίμενε κανείς όλοι αυτοί οι οικογενειάρχες, υπάλληλοι, διευθυντές, μεσήλικες, υπερήλικες, καλλιτέχνες, φοιτητές, trendy πιτσιρικάδες και lifestylish Ελληναράδες που πήγαν διακοπές, να επιστρέψουν με γεμάτες μπαταρίες, χαλαρές διαθέσεις και πιο ανθρώπινοι. Αλλά... Αρχές Σεπτεμβρίου και όλοι αυτοί παραμένουν στραβομουτσούνες, μίζεροι, γκρινιάρηδες και τα σχετικά.
Υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό που για κάποιο λόγο θεωρεί ότι μόνο στις καλοκαιρινές διακοπές ζει όμορφα και ευχάριστα, οπότε όταν αυτές τελειώσουν, πέφτει σε μαύρη κατάθλιψη. Το ποσοστό αυτό, δεν μας αφορά μιας και είτε κλείνεται σπίτι του ακούγοντας Manu Chao και νοσταλγώντας, είτε τρέχει σε διάφορα κλασσικά μετά-καλοκαιρινά φεστιβάλ όπως αυτό της Βαβέλ μπας και δει πάλι κάνα συνολάκι σαλβάρι - πέδιλο ή κάποιον που γνώρισε στο νησί. Ας αφήσουμε το συγκεκριμένο ποσοστό εκτός προς το παρόν μιας και η μιζέρια του είναι περισσότερο εσωστρεφής και δεν επηρεάζει και τόσο πολύ το γενικό ρυθμό της πόλης.
Οι υπόλοιποι, λοιπόν, επιστρέφουν στα ίδια χάλια που έφυγαν. Και αν δεν είναι τώρα στα ίδια χάλια, θα είναι σύντομα, το πολύ σε ένα μήνα. Γιατί;
Καταρχάς, έχουν άγνοια της σημασίας της λέξης «διακοπές». Θεωρούν ότι «διακοπή» από κάτι, στην ουσία σημαίνει «συνεχίζω» κάτι, πράγμα που φυσικά δημιουργεί παρεξηγήσεις. Δεν γνωρίζουν ότι στις διακοπές μπορούν να διακόψουν την τηλεόραση, την ενημέρωση, τα επαγγελματικά τους θέματα, το lifestyle και κυρίως τον προγραμματισμό της ημέρας.
Για όσους λοιπόν δεν το ήξεραν αυτό... ναι, στις διακοπές μπορείς να τα διακόψεις αυτά τα πράγματα και να φερθείς πιο φυσιολογικά. Για παράδειγμα, είτε περπατάς ξυπόλητος είτε με το ακριβό παπούτσι, κανείς δε θα γυρίσει να σε κοιτάξει.
Άλλη παρένθεση: Ακόμα πιο μεγάλη άγνοια παρατηρείται στη σημασία της λέξης «ταξιδεύω». Αυτό όμως είναι πολύ πιο σύνθετο για ένα Ελληναρίστικο μυαλό και αλλουνού τράγου ευαγγέλιο, οπότε δεν αφορά το παρόν κείμενο αν και η συγκεκριμένη άγνοια είναι παρεμφερής. Κλείνει και η άλλη παρένθεση.
Κατά δεύτερον, εκτός από τη συνέχιση όσων αναφέρθηκαν, έχουν την κακή συνήθεια να κουβαλάνε μαζί τους και τα μισά τους υπάρχοντα, ώστε όπου πάνε να νοιώθουν άνετα «σαν στο σπίτι».
Μα άμα θέλεις να είσαι «σαν στο σπίτι», μην πας καν διακοπές. Κάτσε σπίτι! Γλιτώνεις και ενοίκιο και το κουβάλημα δύο γεμάτων μπαούλων. Τί διάολο; Ερωτήσεις του στυλ: «εκεί που θα πάμε θα έχει τηλεόραση; Θα έχει air condition; Θα είναι άνετα τα κρεβάτια; Τα μαξιλάρια θα έχουν την ιδανική σκληρότητα σαν αυτά που έχουμε σπίτι; Θα έχουν ειδικό καρεκλάκι για το παιδί; Θα έχει Pizza Hut;» πραγματικά με σαστίζουν.
Κατά τρίτον, κουβαλάνε μαζί τους και το αυτοκίνητο.
Εντάξει, δε λέω. Ένα αυτοκίνητο είναι χρήσιμο για να γυροβολάς στο μέρος που θα πας και να δεις μέρη και ανθρώπους που δεν έχεις ξαναδεί. Άμα όμως το χρησιμοποιείς για να πας από το δωμάτιο στην παραλία που είναι 100 μέτρα πιο κάτω ή για να πας για τσιγάρα στο περίπτερο δημιουργείς ένα σωρό προβλήματα. Ενδεικτικά: Σπας τα νεύρα σε εμάς τους υπόλοιπους που απολαμβάνουμε ήσυχους περιπάτους. Σπας τα νεύρα στους ντόπιους οι οποίοι μετά έχουν κάθε δίκιο να σε αποκαλούν «ο Αθηναίος με τ’ αμάξι» (τρελή προσβολή!). Επιβαρύνεις το περιβάλλον. Δημιουργείς κυκλοφοριακό πρόβλημα. Προκαλείς ηχορύπανση και αισθητική βλάβη ειδικά αν αποφασίσεις να κάνεις απόσβεση στο άχρηστο κάμπριο και το φέρνεις βόλτες πέρα – δώθε. Υπενθυμίζεις σε όλους μας και στον εαυτό σου τους ήχους της πόλης αφού όλο και κάποιο μαρσάρισμα, κορνάρισμα και σπινάρισμα θα σκάσει.
Κατά τέταρτον (και μάλλον σημαντικότερον), κουβαλάνε μαζί τους, τους ίδιους προβληματισμούς που θα έπρεπε να είχαν αφήσει πίσω. Άρα πάλι θα αγχωθούν για το τί θα φορέσουν, τί γνώμη θα έχουν οι δίπλα, πώς θα βγουν οικονομικά, πόσο γρήγορα τελειώνουν οι διακοπές, τί να συμβαίνει άραγε πίσω στη δουλειά, τί να κάνει άραγε ο γείτονας, πόσο θα φάνε, πόσο έφαγε το μικρό και φυσικά πώς θα προσποιηθούν ότι είναι οι πιο τέλειοι Ελληναράδες του κόσμου. Και δώσ’ του πάλι υστερίες, νεύρα, ανασφάλειες και τσίτες.
Κοινώς μόνο διακοπές δεν κάνουν. Με αυτά και μ’ αυτά, πού να φορτίσει η μπαταρία; Πού να αδειάσει το μυαλό, να χαλαρώσει το σώμα και να «ανοίξουν» οι αισθήσεις; Πώς να γεμίσει πάλι η πόλη με πιο «ανθρώπινους» ανθρώπους; Γιατί στην τελική εκεί δεν είναι το όλο ζήτημα των διακοπών; Να βγεις λίγο από το ρουτινιάρικο πλαίσιο και τα προβλήματα σου και να δεις τα πράγματα από άλλη οπτική; Να διώξεις και λίγο το δήθεν από πάνω σου; Να συνειδητοποιήσεις με τί ανούσιες χαζομάρες απασχολείς το μυαλό σου όλο το χειμώνα; Μη συνεχίσω όμως γιατί το βλέπω να γυρίζει σε Ζεν, και δεν τα μπορώ αυτά τα πράγματα.
Ανοίγει παρένθεση: Περιέργως φέτος το Βόρειο αεράκι δεν ήταν και τόσο φρέσκο, πράγμα περίεργο γιατί ο Εθνικός Δρυμός της Πάρνηθας πάντα το φιλτράρει και το δροσίζει. Λες να έπαθε κάτι ο Δρυμός και να χάλασε; Κλείνει η παρένθεση.
Τον Αύγουστο ξεκουμπίζονται οι υπόλοιποι και η Αθήνα όντως ανασαίνει, άδεια πλέον από το κακό συναπάντημα. Θα περίμενε κανείς όλοι αυτοί οι οικογενειάρχες, υπάλληλοι, διευθυντές, μεσήλικες, υπερήλικες, καλλιτέχνες, φοιτητές, trendy πιτσιρικάδες και lifestylish Ελληναράδες που πήγαν διακοπές, να επιστρέψουν με γεμάτες μπαταρίες, χαλαρές διαθέσεις και πιο ανθρώπινοι. Αλλά... Αρχές Σεπτεμβρίου και όλοι αυτοί παραμένουν στραβομουτσούνες, μίζεροι, γκρινιάρηδες και τα σχετικά.
Υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό που για κάποιο λόγο θεωρεί ότι μόνο στις καλοκαιρινές διακοπές ζει όμορφα και ευχάριστα, οπότε όταν αυτές τελειώσουν, πέφτει σε μαύρη κατάθλιψη. Το ποσοστό αυτό, δεν μας αφορά μιας και είτε κλείνεται σπίτι του ακούγοντας Manu Chao και νοσταλγώντας, είτε τρέχει σε διάφορα κλασσικά μετά-καλοκαιρινά φεστιβάλ όπως αυτό της Βαβέλ μπας και δει πάλι κάνα συνολάκι σαλβάρι - πέδιλο ή κάποιον που γνώρισε στο νησί. Ας αφήσουμε το συγκεκριμένο ποσοστό εκτός προς το παρόν μιας και η μιζέρια του είναι περισσότερο εσωστρεφής και δεν επηρεάζει και τόσο πολύ το γενικό ρυθμό της πόλης.
Οι υπόλοιποι, λοιπόν, επιστρέφουν στα ίδια χάλια που έφυγαν. Και αν δεν είναι τώρα στα ίδια χάλια, θα είναι σύντομα, το πολύ σε ένα μήνα. Γιατί;
Καταρχάς, έχουν άγνοια της σημασίας της λέξης «διακοπές». Θεωρούν ότι «διακοπή» από κάτι, στην ουσία σημαίνει «συνεχίζω» κάτι, πράγμα που φυσικά δημιουργεί παρεξηγήσεις. Δεν γνωρίζουν ότι στις διακοπές μπορούν να διακόψουν την τηλεόραση, την ενημέρωση, τα επαγγελματικά τους θέματα, το lifestyle και κυρίως τον προγραμματισμό της ημέρας.
Για όσους λοιπόν δεν το ήξεραν αυτό... ναι, στις διακοπές μπορείς να τα διακόψεις αυτά τα πράγματα και να φερθείς πιο φυσιολογικά. Για παράδειγμα, είτε περπατάς ξυπόλητος είτε με το ακριβό παπούτσι, κανείς δε θα γυρίσει να σε κοιτάξει.
Άλλη παρένθεση: Ακόμα πιο μεγάλη άγνοια παρατηρείται στη σημασία της λέξης «ταξιδεύω». Αυτό όμως είναι πολύ πιο σύνθετο για ένα Ελληναρίστικο μυαλό και αλλουνού τράγου ευαγγέλιο, οπότε δεν αφορά το παρόν κείμενο αν και η συγκεκριμένη άγνοια είναι παρεμφερής. Κλείνει και η άλλη παρένθεση.
Κατά δεύτερον, εκτός από τη συνέχιση όσων αναφέρθηκαν, έχουν την κακή συνήθεια να κουβαλάνε μαζί τους και τα μισά τους υπάρχοντα, ώστε όπου πάνε να νοιώθουν άνετα «σαν στο σπίτι».
Μα άμα θέλεις να είσαι «σαν στο σπίτι», μην πας καν διακοπές. Κάτσε σπίτι! Γλιτώνεις και ενοίκιο και το κουβάλημα δύο γεμάτων μπαούλων. Τί διάολο; Ερωτήσεις του στυλ: «εκεί που θα πάμε θα έχει τηλεόραση; Θα έχει air condition; Θα είναι άνετα τα κρεβάτια; Τα μαξιλάρια θα έχουν την ιδανική σκληρότητα σαν αυτά που έχουμε σπίτι; Θα έχουν ειδικό καρεκλάκι για το παιδί; Θα έχει Pizza Hut;» πραγματικά με σαστίζουν.
Κατά τρίτον, κουβαλάνε μαζί τους και το αυτοκίνητο.
Εντάξει, δε λέω. Ένα αυτοκίνητο είναι χρήσιμο για να γυροβολάς στο μέρος που θα πας και να δεις μέρη και ανθρώπους που δεν έχεις ξαναδεί. Άμα όμως το χρησιμοποιείς για να πας από το δωμάτιο στην παραλία που είναι 100 μέτρα πιο κάτω ή για να πας για τσιγάρα στο περίπτερο δημιουργείς ένα σωρό προβλήματα. Ενδεικτικά: Σπας τα νεύρα σε εμάς τους υπόλοιπους που απολαμβάνουμε ήσυχους περιπάτους. Σπας τα νεύρα στους ντόπιους οι οποίοι μετά έχουν κάθε δίκιο να σε αποκαλούν «ο Αθηναίος με τ’ αμάξι» (τρελή προσβολή!). Επιβαρύνεις το περιβάλλον. Δημιουργείς κυκλοφοριακό πρόβλημα. Προκαλείς ηχορύπανση και αισθητική βλάβη ειδικά αν αποφασίσεις να κάνεις απόσβεση στο άχρηστο κάμπριο και το φέρνεις βόλτες πέρα – δώθε. Υπενθυμίζεις σε όλους μας και στον εαυτό σου τους ήχους της πόλης αφού όλο και κάποιο μαρσάρισμα, κορνάρισμα και σπινάρισμα θα σκάσει.
Κατά τέταρτον (και μάλλον σημαντικότερον), κουβαλάνε μαζί τους, τους ίδιους προβληματισμούς που θα έπρεπε να είχαν αφήσει πίσω. Άρα πάλι θα αγχωθούν για το τί θα φορέσουν, τί γνώμη θα έχουν οι δίπλα, πώς θα βγουν οικονομικά, πόσο γρήγορα τελειώνουν οι διακοπές, τί να συμβαίνει άραγε πίσω στη δουλειά, τί να κάνει άραγε ο γείτονας, πόσο θα φάνε, πόσο έφαγε το μικρό και φυσικά πώς θα προσποιηθούν ότι είναι οι πιο τέλειοι Ελληναράδες του κόσμου. Και δώσ’ του πάλι υστερίες, νεύρα, ανασφάλειες και τσίτες.
Κοινώς μόνο διακοπές δεν κάνουν. Με αυτά και μ’ αυτά, πού να φορτίσει η μπαταρία; Πού να αδειάσει το μυαλό, να χαλαρώσει το σώμα και να «ανοίξουν» οι αισθήσεις; Πώς να γεμίσει πάλι η πόλη με πιο «ανθρώπινους» ανθρώπους; Γιατί στην τελική εκεί δεν είναι το όλο ζήτημα των διακοπών; Να βγεις λίγο από το ρουτινιάρικο πλαίσιο και τα προβλήματα σου και να δεις τα πράγματα από άλλη οπτική; Να διώξεις και λίγο το δήθεν από πάνω σου; Να συνειδητοποιήσεις με τί ανούσιες χαζομάρες απασχολείς το μυαλό σου όλο το χειμώνα; Μη συνεχίσω όμως γιατί το βλέπω να γυρίζει σε Ζεν, και δεν τα μπορώ αυτά τα πράγματα.