Επιτρέψτε μου να σας συστήσω τον κυρ-Στάθη. Ο κυρ-Στάθης είναι ένας απλός άνθρωπος, που ανήκει στον διάσημο «κοσμάκη» ή κατά τα ΜΜΕ, στους «
απλούς πολίτες». Είναι ένας τυπικός μισθωτός με δύο παιδιά, και ζει με την οικογένειά του σε ένα σπίτι που θα ξεχρεώνει για τα υπόλοιπα 20 χρόνια της ζωής του. Έχει δύο αυτοκίνητα (ένα για αυτόν και ένα για τη γυναίκα του), που θα ξεχρεώνει για τα υπόλοιπα 3 χρόνια, και κάποιες τιγκαρισμένες πιστωτικές κάρτες, κυρίως από τα ψώνια και τα κομμωτήρια της συζύγου.
Έχει και ένα μικρό δυαράκι που είχε αποκτήσει από τον πατέρα του και το εκμισθώνει σύμφωνα με τις ανάγκες του, και όχι βάσει της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Συνήθως βέβαια, έρχεται σε συμφωνία με τον ενοικιαστή ώστε να μην δηλώνουν το μίσθωμα στην εφορία, οπότε όλο και κάτι βγαίνει από εκεί. Η δε σύζυγος είχε βρει ένα βύσμα και κατάφερε με ένα πρόβλημα που είχε στο γόνατό της, να βγάλει ποσοστό αναπηρίας 67%, ώστε να εισπράττει σχετικό επίδομα, αλλά και να εκμεταλλεύεται σχετικές διευκολύνσεις που της παρέχει το ελληνικό κράτος πρόνοιας. Έπρεπε βέβαια να δώσει 1-2 φακελάκια, αλλά τελικά άξιζαν τον κόπο.
Ο κυρ-Στάθης δεν είναι κακός άνθρωπος. Είναι βιοπαλαιστής, με φτωχά παιδικά χρόνια, και ακολούθως με πείσμα να μην λείψει τίποτα στα παιδιά του. Γι’ αυτό ότι φορολογικές ή νομικές «ατασθαλίες» κάνει, δεν τις κάνει από εσκεμμένη παραβατική συμπεριφορά, αλλά για το «καλό» της οικογένειάς του. Είχε παίξει και φυσικά είχε χάσει κάποια λεφτά στο χρηματιστήριο επί Σημίτη, αλλά τα τελευταία 10 χρόνια κάτι με το έξτρα ενοίκιο, κάτι με τα δάνεια, δημιούργησε και πάλι την ψευδαίσθηση ευμάρειας που είχε πλημμυρίσει και τον υπόλοιπο «κοσμάκη».
Ξαφνικά, μέσα σε λίγους μήνες, ο κυρ-Στάθης βρέθηκε όχι μόνο με μειωμένο εισόδημα, αλλά και με μειωμένη αγοραστική δύναμη. Τα χρέη άρχισαν να γίνονται δυσβάσταχτα, και τα έξοδα σχεδόν διπλάσια. Ο κυρ-Στάθης, έκανε αυτό που έκανε και ο υπόλοιπος «κοσμάκης». Κατέβηκε στους δρόμους. Για να φωνάξει από αγανάκτηση. Του ήρθαν ξαφνικά στο μυαλό κάποια ονόματα που είχαν μπλεχτεί σε οικονομικά σκάνδαλα. Σκέφτηκε και κάποιους γιατρούς, εργολάβους, δικηγόρους και επιχειρηματίες που ανέκαθεν ζήλευε τα αυτοκίνητά τους. «Αυτοί να πληρώσουν» φώναζε! Το άδικο τον έζωνε και η οργή τον είχε κατακλύσει.
Ο κυρ-Στάθης έχει εν μέρει δίκιο. Φταίνε πολλοί από αυτούς. Όμως κοιτάζοντας και λίγο πιο προσεκτικά την περίπτωσή του, φταίει ΚΑΙ αυτός. Είναι πολύ εύκολο και βολικό για μία κοινωνική ομάδα, που βρίσκεται στις παρυφές της μικροαστικής τάξης, να κατηγορεί την κορυφή του παγόβουνου για ότι κακό της συμβαίνει. Είναι επίσης λαϊκό και φυσικά πουλάει στα ΜΜΕ. Ο «κοσμάκης», μια αφηρημένη έννοια, με την οποία ταυτιζόμαστε οι περισσότεροι επειδή θα μπορούσε να είμαστε εμείς ή ο διπλανός μας, είναι ανέκαθεν το θύμα, και οι έχοντες περισσότερα είναι οι θύτες.
Βέβαια, προς έκπληξη του κυρ-Στάθη, τα αμαρτήματα των μεν, βαραίνουν και τους δε. Αν πάρουμε, για παράδειγμα,
τα αποτελέσματα από ηλεκτρονικές διασταυρώσεις της ΓΓΠΣ, του Υπουργείου Οικονομικών, για το οικονομικό έτος 2009, θα δούμε ότι για τους μισθωτούς υπάρχει μία απόκλιση δηλωθέντων και αδήλωτων αποδοχών, της τάξης των 206 εκατομμυρίων ευρώ. Ταυτόχρονα σε 27.000 περίπου περιπτώσεις, όπου δεν δηλώθηκαν εισοδήματα από μισθωτές εργασίες, το συνολικό ύψος των μη δηλωθέντων εισοδημάτων φτάνει τα 507 εκατομμύρια ευρώ.
Άρα τα μαύρα πρόβατα της φοροδιαφυγής, φαίνεται πως δεν είναι μόνο οι γνωστοί ύποπτοι ελεύθεροι επαγγελματίες και επιχειρήσεις. Από την άλλη βέβαια, τα ποσά φοροδιαφυγής των μισθωτών, σε σχέση με αυτά των άλλων ομάδων ενδεχομένως να είναι αρκετά χαμηλότερα. Εκεί όμως είναι η μεγάλη λεπτομέρεια που ο καθένας ερμηνεύει όπως τον βολεύει. Διότι, αυτά τα στοιχεία δείχνουν, πως μπορεί μεν ο κυρ-Στάθης να μην κλέβει το δημόσιο όσο ένας μεγαλογιατρός, αλλά προφανώς εάν είχε τη δυνατότητα θα το έπραττε χωρίς ιδιαίτερες αναστολές.
Γι’ αυτό και πρέπει να επαναληφθεί όσες φορές χρειαστεί, μέχρι να μαλλιάσουν ακόμα περισσότερες γλώσσες. Τα περισσότερα προβλήματα στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής κρίσης, δεν είναι ταξικά. Είναι κοινωνικά και θεσμικά. Έχουν να κάνουν με τις γενικότερες νοοτροπίες, αρχές, αξίες και την παιδεία που κουβαλάει ο κάθε Έλληνας μέσα του. Είτε ανήκει στον «κοσμάκη», είτε στην απρόσωπη ελίτ. Ο κυρ-Στάθης, μπορεί να είναι το θύμα κάποιων κακών πολιτικών, αλλά αν αύριο ο ίδιος γινόταν πολιτικός, κατά πολύ μεγάλη πιθανότητα θα κουβαλούσε τα ίδια, ίσως και πιο σάπια, μυαλά.
Την λεωφορειολωρίδα δεν την παραβιάζουν μόνο Cayenne και BMW. Την παραβιάζουν και κάτι σαράβαλα που δεν έχουν περάσει καν ΚΤΕΟ. Στις εθνικές οδούς, δεν είναι μόνο οι Audi που τρέχουν με 200 κάνοντας οχτάρια. Είναι και κάτι 20χρονα καγκούρια με πειραγμένα Saxo από τις «λαϊκές» συνοικίες. Την εφορία δεν την κλέβει μόνο ο πολιτικός με τις 10 off-shore. Την κλέβει και ο κυρ-Στάθης. Στον παπά δεν κάνει δωρεά μόνο ο Ελληναράς εφετζής επιχειρηματίας, αλλά και η γιαγιά με τη σύνταξη των 400 ευρώ. Το φακελάκι δεν το παίρνει μόνο ο διευθυντής της κλινικής. Το παίρνει και η τελευταία νοσοκόμα. Τον τζίρο στην τοπική παραγωγή, δεν τον ρίχνουν μόνο οι πολυεθνικές. Τον ρίχνουν και οι ψωνισμένοι ανώριμοι καταναλωτές. Το αυθαίρετο δεν το φτιάχνει μόνο ο Υπουργός ΠΕΧΩΔΕ. Το φτιάχνει και ο κυρ-Στάθης, ο μεροκαματιάρης, που τη μία μέρα λαδώνει την πολεοδομία και την επόμενη κατεβαίνει στους δρόμους και βρίζει το Κράτος. Το ρουσφέτι δεν το χρησιμοποιεί μόνο ο γιος του τάδε βουλευτή. Το χρησιμοποιεί και ο κυρ-Στάθης, που αν ο βουλευτής βολέψει το βλαστάρι του έχει καλώς. Αν όχι, τότε η Βουλή είναι μπουρδέλο και πρέπει να καεί.
Οι εσωτερικές διαμάχες και τριβές που γίνονται μέσα στην ελληνική κοινωνία είναι πάντα άπραγες. Δεν παράγουν κάποιο αποτέλεσμα, ούτε οδηγούν προς κάποια κατεύθυνση. Για τον απλούστατο λόγο ότι ο καθένας ερμηνεύει την πραγματικότητα όπως τον βολεύει σε κάποια δεδομένη στιγμή. Και αν την επόμενη κιόλας μέρα, λόγω προσωπικού συμφέροντος, αναγκαστεί να πάει στο αντίπαλο στρατόπεδο, πάλι θα ερμηνεύσει την πραγματικότητα ανάλογα. Τη μία, η παρανομία είναι κακό πράγμα και την άλλη καλό. Τη μία, η βία είναι καταδικαστέα, την άλλη αναγκαία. Κάποιοι πρέπει να είναι σωστοί απέναντι στο Κράτος, αλλά κάποιοι άλλοι όχι. Και πάει λέγοντας. Ένα νηπιαγωγείο με 4χρονα που παίζουν σφαλιάρες και γκρινιάζουν. Άλλο επειδή τρώει σφαλιάρες, άλλο επειδή νυστάζει, άλλο επειδή θέλει τη μαμά του, και άλλο επειδή δεν του αρέσουν οι φακές.
Εφόσον αυτές οι αδιέξοδες κοινωνικές διαμάχες και τριβές δεν αποκτήσουν θετικό χαρακτήρα, δηλαδή αν δεν αρχίσουν να οδηγούν προς κάποια κατεύθυνση με συλλογικό όφελος, τότε δεν έχουν κανένα νόημα ύπαρξης. Και χωρίς διάθεση αυτοκριτικής, ανάληψης αλλά και ουσιαστικής επίρριψης ευθυνών, το ποτάμι δεν κυλάει. Λιμνάζει και βρωμάει.